Πλην δεν ήτο απ' αρχής ούτω
Ο μετασχηματισμός του αρχικού χριστιανισμού
Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές (2018, 8 Οκτωβρίου)
Τα φιλοσοφικά ρεύματα του 2ου αιώνα
Τα κοσμικά φιλοσοφικά ρεύματα του 2ου αιώνα λαφυραγωγώντας τον πνευματικό πλούτο του γνήσιου χριστιανισμού τον μετασχημάτισαν σε νέα κρατική θρησκεία τύπων και προσδοκιών
Τα φιλοσοφικά ρεύματα του 2ου αιώνα
Τα κοσμικά φιλοσοφικά ρεύματα του 2ου αιώνα λαφυραγωγώντας τον πνευματικό πλούτο του γνήσιου χριστιανισμού τον μετασχημάτισαν σε νέα κρατική θρησκεία τύπων και προσδοκιών
«Και άλλα πολλά θαύματα έκαμεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, τα οποία δεν είναι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω· ταύτα δε εγράφησαν διά να πιστεύσητε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού». (Ιωάν. 20:30-31)
Το τέλος / η ολοκλήρωση λοιπόν του Μωσαϊκού νόμου είναι ο Χριστός, η ζωή, ο οποίος κατήργησε τον θάνατο που απέρρεε από τον νόμο και έφερε εις φως την ζωή και την αφθαρσία δια του ευαγγελίου σε όσους μετανοούν και πιστεύουν στον αληθινό Θεό και σωτήρα Ιησού Χριστό, ανεξαρτήτως βιολογικής καταγωγής. (2 Τιμ. 1:10)
Όπως και για πολλούς άλλους της ίδιας περιόδου έτσι και για τον «χριστιανό» φιλόσοφο Κλήμη της Αλεξανδρινής φιλοσοφικής σχολής, ο Χριστιανισμός ήταν η ανώτερη φιλοσοφία που προπαρασκεύασε ο Μωσαϊκός Νόμος και η ελληνική φιλοσοφία. Η άποψη αυτή καλλιεργήθηκε από τον Ιουδαίο ελληνιστή φιλόσοφο Φίλωνα από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου (15 π.Χ.-45 μ.Χ.) φανατικό υπερασπιστή της πλατωνικής σκέψης και εξαπλώθηκε από τους υπέρμαχους της ανθρώπινης σοφίας.
«Προσέχετε μήπως υπάρξει κάποιος που σας αρπάξει σαν λάφυρό [του] με τη φιλοσοφία και[ με τη] μάταιη απάτη κατά την παράδοση των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και όχι κατά Χριστό. Γιατί μέσα σ’ αυτόν κατοικεί όλο το πλήρωμα της θεότητας σωματικά». (Προειδοποίηση του Αποστόλου Παύλου προς Κολοσσαείς 2:8-9)
Η παρενέργεια αυτής της θεώρησης των φιλοσόφων, παρουσίαζε τον χριστιανισμό ως να αποδέχεται την ελληνική σκέψη, άποψη αντίθετη από αυτό που υποστήριξε ο Ιησούς και οι απόστολοι.
«Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω». (Ματθ. 5:17)
«Διότι επειδή εν τη σοφία του Θεού ο κόσμος δεν εγνώρισε τον Θεόν διά της σοφίας, ηυδόκησεν ο Θεός διά της μωρίας του κηρύγματος να σώση τους πιστεύοντας». (1 Κορ. 1:21)
Η καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ναού είχε επιφέρει εθνική, πολιτιστική και θρησκευτική κρίση στον σαρκικό Ισραήλ. Ο βιβλικός ιουδαϊσμός έχοντας εκπληρώσει τον σκοπό του είχε δώσει την θέση του στον χριστιανισμό που είχε ως αντίπαλο τους μη πιστεύσαντας Ιουδαίους. Χωρίς ναό και ιερείς, την εκπροσώπηση των τελευταίων την είχαν αναλάβει οι ραβίνοι οι οποίοι το 100 μ.Χ. περίπου συγκάλεσαν την σύνοδο της Ιάμνειας στην Παλαιστίνη για να οριστικοποιήσουν τον βιβλικό κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης όπως αυτός οριζότανε στο Ταλμούδ. Η ενέργεια αυτή καθιέρωσε τον ραβινικό ιουδαϊσμό ως ιδεολογική συνέχεια του φαρισαϊκού ιουδαϊσμού.
Η περίοδος εκπροσώπησης του χριστιανισμού από υπηρέτες αποστολικού αναστήματος είχε παρέλθει. Οι φιλόσοφοι απολογητές, υπερασπιστές της «χριστιανικής φιλοσοφίας» όπως την θεωρούσαν, βοηθούμενοι από τις κοινωνικές και πολιτικές συγκυρίες πέτυχαν τον συνδυασμό Ελληνισμού – Χριστιανισμού, δημιουργώντας σταδιακά την ετικέτα του «Χριστιανικού Ελληνισμού».
Μέσα από έντονες διαμάχες μεταξύ των αντιπροσώπων των τότε φιλοσοφικών τάσεων και την επικράτηση των εχόντων την ισχυρότερη πολιτική στήριξη, μορφώθηκε τελικά τον 3ο - 4ο αιώνα μ.Χ., νέα κρατική θρησκεία ρωμαϊκών συμφερόντων ο «πατερικός πλατωνικός χριστιανισμός». H αντιφατική Αρχαία Φιλοσοφία και η σωτηριολογία Πατερικού τύπου έγιναν από τότε πνευματική παρακαταθήκη της ελληνικής κληρονομιάς.
Ο τοιούτος χριστιανισμός όντας παραλλαγή του εθνικού πολυθεϊσμού, επικράτησε με την ισχύ των ρωμαϊκών όπλων και επέφερε πνευματικό σκότος συντηρούμενο έως σήμερα από τις κατ’ όνομα χριστιανικές αντιμαχόμενες εθνικές θρησκείες.
Ο πλατωνισμός ως θεωρία των ιδεών είχε υποστηρικτές κυρίως από τους εξ’ ελλήνων θρησκευόμενους και με αυτόν ενδύθηκε η Ορθόδοξη Ανατολική «Χριστιανική» εκκλησία. Ο αριστοτελισμός ως θεωρία του πραγματισμού - το μη αισθητό είναι και μη υπάρχον – είχε υποστηρικτές κυρίως από τους εξ’ ιουδαίων θρησκευόμενους και από Άραβες οι οποίοι διάβαζαν τα μεταφρασμένα σε αραβικά έργα του Αριστοτέλη. Μετά το σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής εκκλησίας το 1054 η Καθολική Δυτική εκκλησία κάτω από την ισχυρή επιρροή του Ιταλού φιλόσοφου και θεολόγου Θωμά Ακινάτη (1125-1274), ιερέα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας και υποστηρικτή του αριστοτελισμού, ενσωμάτωσε στην θεολογία της την αριστοτελική φιλοσοφία. Έτσι γεννήθηκε ο «αριστοτελικός χριστιανισμός» ο οποίος επηρέασε και τον υλιστικό δυτικό πολιτισμό.
Επίλογος
Οι σημερινοί εκπρόσωποι και ακόλουθοι του επιβληθέντα σχισματικού «πατερικού πλατωνικού χριστιανισμού» και οι γεφυρωμένες με αυτόν σύγχρονες Προτεσταντικές ομολογίες , (βλέπε καταστατικά εκκλησιών της Διαμαρτύρησης), αρνούνται να δεχτούν την προ είκοσι αιώνων εκπλήρωση του Μωσαϊκού νόμου και των προφητών δια του Ιησού και τις απορρέουσες πνευματικές ευλογίες. Δίνοντας προσοχή σε μυθεύματα, συντηρούν τον θρησκευτικό τυπικισμό της Παλαιάς Διαθήκης.
Όσοι δε προσμένουν χωρίς βιβλική υποστήριξη, την ανοικοδόμηση ενός τρίτου επίγειου ναού στην Ιερουσαλήμ από «σύγχρονους Εβραίους» που δεν μπορούν να αποδείξουν την γενεαλογική τους συνέχεια από τον Αβραάμ, φαντασιώνονται την επανάληψη της βιβλικής ιστορίας, μεμφόμενοι έτσι τον Θεό ως παραβάτη.
«Διότι εάν όσα κατέστρεψα ταύτα πάλιν οικοδομώ, παραβάτην δεικνύω εμαυτόν». (Γαλ. 2:18)
Ο Κύριος Ιησούς να σας ευλογεί. Η υπακοή στην αλήθεια του Θεού απελευθερώνει τις ευλογίες του στη ζωή μας
Ο Ιησούς βασιλεύει!
Ο Γνωστικισμός, ο Πατερικός Μυθολογικός Χριστιανισμός και ο Βιβλικός Ιησούς Συγγραφή: Ευάγγελος Δ. Κεπενές
Το παρόν είναι μέρος της εργασίας «Μυθολογικά και Ουτοπικά θρησκευτικά ιδεώδη από την ολοκλήρωση της Αποστολικής Διακονίας έως σήμερα» που δημοσιεύτηκε από www.aionios-diathiki.gr
Ο όρος «Γνωστικισμός» είναι μεταγενέστερος και δηλώνει χριστιανίζουσα θρησκευτική τάση με πολλές διακλαδώσεις που συνδύαζε στοιχεία αποκρυφιστικά, ειδωλολατρικά, μυθολογικά, αστρολογικά, φιλοσοφικά και στοιχεία από την Π.Δ. και την Κ.Δ.. Οι οπαδοί της, οι «Γνωστικοί», ονόμαζαν εαυτούς («ομοουσίους» τω Θεώ), όρος που απαντάται στους Ορφικούς[12], στον Ερμητισμό και στο «Ορθόδοξο» εκκλησιαστικό μυστικιστικό σύστημα. Δηλωνόντουσαν γνήσιοι Χριστιανοί «εσμέν εξ απάντων ανθρώπων ημείς χριστιανοί μόνοι»[13] και ήταν σε αντιπαράθεση με τo μυστηριακό πνευματικό μονοπώλιο της «Καθολικής Εκκλησίας», αν και είχαν πολλά κοινά σε θεολογικό και τελετουργικό επίπεδο. Τα όσα είναι γνωστά περί της διδαχής τους και των πρακτικών τους προέρχονται κυρίως από αντιπάλους φιλοσόφους και συγγραφείς, όπως τον Ιππόλυτο Ρώμης, τον Κλήμη Αλεξάνδρειας, τον Ειρηναίο Λυώνος, τον Ωριγένη, τον Επιφάνιο, και από τα κείμενα της βιβλιοθήκης του Ναγκ Χαμαντί που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή Χοινοβοσκίον της Αιγύπτου στα τέλη του 1940. Ο χρόνος εμφάνισης των διαφορετικών σχολών των Γνωστικών είναι ασαφής. Το βέβαιο είναι ότι η ψευδώνυμη γνώση τους που εκφραζότανε ή με απόλυτη εγκράτεια ή με άκρατη ακολασία, ήταν διαδεδομένη ανάμεσα στις τάξεις των πρώτων Ιουδαιοχριστιανών, με τους οποίους και συμποσίαζαν, γεγονός που μαρτυρεί ότι υπήρξε εβραϊκός Πρωτογνωστικισμός, με αντιλήψεις που προσέγγιζαν τα αρχαία αιγυπτιακά Ερμητικά Κείμενα και την ελληνική Μυθολογία. Αμφιλεγόμενη είναι η άποψη, ότι ίχνη Γνωστικισμού ανιχνεύονται στο ασκητικό μεσσιανικό κίνημα των Εσσαίων, που αυτοαποκαλούνταν «Υιοί του Δικαίου» και κατήγγελλαν την αυταρχική θρησκευτικοπολιτική ιουδαϊκή εξουσία.
Οι λατρευτικές πράξεις των Γνωστικών συνοδεύονταν από επικλήσεις πνευμάτων, άσματα με μουσική, προσευχές, δοξολογίες και εκστατικές ρήσεις (προφητείες, γλωσσολαλιά, ξόρκια). Έχοντας σαφή επιρροή του ορφικού μοτίβου «είμαι παιδί της Γης και του έναστρου ουρανού, το γένος μου είναι ουράνιο» αναζητούσαν τρόπους να επιστρέψουν στον ουρανό, που πίστευαν ότι ήταν η καταγωγή τους. Αδιαφορούσαν για τα εγκόσμια και μη θέλοντας να παγιδέψουν και άλλους σε αυτόν τον ελαττωματικό κόσμο ασκούσαν την αγαμία, θεωρώντας ότι «το γαμείν και γεννάν από του σατανά είναι»[14]. Καταδίκαζαν την κρεοφαγία και την οινοποσία και επιδίδονταν στον ασκητισμό (στοιχεία που απαντώνται και στους Ορφικούς), τιμωρώντας έτσι την φυσική σάρκα, που τη θεωρούσαν φυλακή του πνεύματος και τη συνέδεαν με το κακό.
Κατά τον Πλάτωνα ο περιορισμός της αθάνατης ψυχής σε ένα σώμα είναι το ίδιο με φυλάκιση σε τάφο (= σήμα στην αρχαία) «τάφος γαρ έστι το σώμα της ψυχής» . Οι δε Ορφικοί σώμα εννοούσαν το νεκρό σώμα (το πτώμα) και το ζωντανό «δια το σώον (που δεν έχει υποστεί βλάβη) άμα συν αίματι Ον».
Αντίθετα, εκτός των μετριοπαθών, κάποιες τάξεις των Γνωστικών, οι «Αντιτάκτες», υποστήριζαν τον Αντινομισμό (= θεωρία που απορρίπτει τον ηθικό νόμο και προτάσσει τη ελεύθερη βούληση) και συμμετείχαν σε σεξουαλικά λατρευτικά όργια, θεωρώντας την ακραία ακολασία ως το μέσο καταπολέμησης της κακής υλικής σάρκας, από την οποία έπρεπε να απελευθερωθεί η θεϊκή φύση (οργιαστικός Γνωστικισμός), ενώ άλλοι προέβαιναν σε αυτοευνουχισμό.
Στους κόλπους του Γνωστικισμού αναπτύχθηκε και η ιδέα του Δοκητισμού ( ο Ιησούς φαινομενικώς είχε σώμα και φαινομενικώς σταυρώθηκε), με εισηγητή τον Ιουδαιοχριστιανό Κήρινθο, με αιγυπτιακή παιδεία, που ήταν και ο εισηγητής του Χιλιασμού. Τον Δοκητισμό, με παραλλαγές, τον ασπάσθηκαν, εκτός από τους Κηρινθιανούς, οι περισσότερες γνωστικές ομάδες. Εικάζεται ότι στους Μεσσαλιανούς γεννήθηκε και η ιδέα της μεταβολής του σώματος του Χριστού άλλοτε σε υλικό και άλλοτε σε πνευματικό, οι δε Οφίτες έλεγαν ότι το αναστημένο σώμα του Ιησού ήταν ψυχικό και πνευματικό[15]. Μερίδα των Γνωστικών πίστευε ότι ο άνθρωπος πλάστηκε από τρεις ουσίες, την ύλη, την ψυχή και το πνεύμα και ανάλογα με το πια επικράτησε αναπτύχθηκαν σε υλικούς, ψυχικούς και πνευματικούς[16].
Θεϊκή διαρχία των Γνωστικών
Η θεογονία, κοσμογονία και ανθρωπογονία μεταξύ των Γνωστικών ήταν ποικίλη με βάση τον πλουραλισμό και την διαρχία (φιλοσοφική θεωρεία που ερμηνεύει τον κόσμο με βάση δύο ανταγωνιστικών δημιουργών αρχών (θεών) μία κακή και μία αγαθή και εκ των οποίων προκύπτουν δύο ξεχωριστοί, ανόμοιοι, αντίθετοι μεταξύ τους κόσμοι, ο κακός αισθητός και ο πνευματικός ή νοητός), θέσεις αντίθετες με την βιβλική αφήγηση της Mίας Αρχής / Ενός Θεού, δια του οποίου κτίσθηκαν τα ορατά και τα αόρατα.
«Καὶ φωτίσαι τίς ἡ οἰκονομία τοῦ μυστηρίου τοῦ ἀποκεκρυμμένου ἀπὸ τῶν αἰώνων ἐν τῷ θεῷ τῷ τὰ πάντα κτίσαντι». (Εφ. 3:9)
Μορφές διαρχικών απόψεων συναντάμε στον Ζωροαστρισμό, στον Ορφισμό, στον Πυθαγορισμό κ.ά., καθώς και στον Στωικισμό στον οποίο και θα αναφερθούμε για τον σκοπό της παρούσας μελέτης. Οι Στωικοί (φιλόσοφοι της «Ποικίλης Στοάς» 300π.Χ. – 250 μ.Χ.) είχαν ως αρχή το «ομοφώνως τη φύσει ζην» και εκπροσωπούντο από τρεις τάσεις. Επηρεασμένοι από τον Ηράκλειτο που θεωρούσε «ως ουσία της ειμαρμένης τον Λόγο, ο οποίος διαποτίζει την ουσία του σύμπαντος» και από τον Ερμητισμό όπου «ο Θωθ είναι ο Λόγος που διαποτίζει και διαπερνά τα πάντα»[17], πίστευαν ότι υπάρχουν δύο αρχές στο σύμπαν, η ενεργητική, που είναι ο Θεός ή Λόγος, «το ποιούν» και η παθητική, που είναι η Ύλη «το πάσχον». Ο Λόγος που ενυπήρχε μέσα στην ύλη (ενδοσυμπαντικός θεός), δημιούργησε μέσω αυτής τα όντα, διατηρώντας την ενότητά τους και την αιώνια τάξη. Για τους Στωικούς ο θεός είναι ταυτόχρονα, το κάθε τι στη φύση (πανθεϊσμός) και όλα μαζί είναι ο θεός (υλιστικός μονισμός). Πίστευαν στην ειμαρμένη και την θεία πρόνοια και έλεγαν ότι ο άνθρωπος συνδέεται με την «παγκόσμια ψυχή» μέσω μιας εσωτερικής προσωπικής θεότητας, που ήταν ο «Δαίμων εαυτός» και κατά συνέπεια υπήρχε αλληλοεπίδραση των ουρανίων και των επιγείων όντων «η αρχή της συμπάθειας». Η άποψη αυτή συγγενεύει με την Χαλδαϊκή Αστρολογία και θεουργία και ήταν το υπόβαθρο, για τις αστρολογικές προβλέψεις και την μαντεία. Όπως και οι Επικούρειοι, φιλόσοφοι του «φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ αποθνήσκομεν», δεν δεχόντουσαν την αθανασία της ψυχής αλλά πίστευαν ότι η ψυχή διαλύεται αμέσως μετά την νέκρωση του σώματος ή ότι ζει έως να αναλωθεί από τη μέλλουσα εκπύρωση και την επαναδημιουργία στη συνέχεια του ίδιου κόσμου (Παλιγγενεσία). Ο Στωικός Χρύσιππος ορίζει την ψυχή ως «πνοή μέσα μας έμφυτη, αδιάσπαστη, που διατρέχει όλα τα μέρη του σώματος, όσο η ομαλή αναπνοή του ζωντανού όντος είναι παρούσα στο σώμα»[18]. Αυτή την «ψυχική πνοή», οι Στωικοί την κατέτασσαν σε οκτώ επίπεδα, το Ηγεμονικόν ή η Διάνοια ή ο Νους που ήταν και το κέντρο όλων, τις πέντε Αισθήσεις, το Σπερματικόν και το Φωνητικόν.
Ανθρωπολογική διαρχία
Παράγωγο της θεϊκής διαρχίας των Γνωστικών και λοιπών φιλοσοφικών συστημάτων είναι η ανθρωπολογική διαρχία, η οποία διχάζει τον άνθρωπο σε δύο στοιχεία, το αισθητό θνητό σώμα και την νοερά αθάνατη ψυχή (την προ-υπάρχουσα κατά τους Χαλδαίους, τον Πλάτωνα , τον Φίλωνα, τους Γνωστικούς κ.ά.). Κατά συνέπεια ο άνθρωπος είναι μέτοχος και των δύο αρχών και της Καλής και της Κακής και εάν αποδράσει από το σώμα που μετέχει της Κακής αρχής, σώζεται. Η ιδέα αυτή αντιτίθεται στην βιβλική αφήγηση, όπου «ψυχή» εννοείται η εκ του ενός Ζωοδότη Θεού προέλευση της ζωής που υπάρχει σε κάθε ζωντανό κτίσμα, χωρίς την πλατωνίζουσα διάκριση των Γνωστικών. Κατά την εβραϊκή Βίβλο, η «ψυχή» δεν αναφέρεται σε ένα μόνο τμήμα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά σημαίνει τον ολόκληρο άνθρωπο, ως ενιαία ζωντανή υπόσταση «και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν», που στην πορεία καθυποτάχθηκε από τον θάνατο «εβασίλευσε ο θάνατος». (Γεν. 2:7, Ρωμ. 5:14-17)
«Και γαρ απ΄ αρχής Αδάμ τη έκτη ημέρα πλασθείς από γης και λαβών το εμφύσημα εζωογονήθη». (Επιφανίου, Πανάριον κεφ. 4)
«ὅτι πᾶσαι αἱ ψυχαὶ ἐμαί εἰσιν ὃν τρόπον ἡ ψυχὴ τοῦ πατρός οὕτως καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ υἱοῦ ἐμαί εἰσιν ἡ ψυχὴ ἡ ἁμαρτάνουσα αὕτη ἀποθανεῖται». (Ιεζ. 18:4)
«Καὶ ἐπὶ πάσῃ ψυχῇ τετελευτηκυίᾳ οὐκ εἰσελεύσεται ἐπὶ πατρὶ αὐτοῦ οὐδὲ ἐπὶ μητρὶ αὐτοῦ οὐ μιανθήσεται». (Λευ. 21:11 Ο΄)
«Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαις ὑπερεχούσαις ὑποτασσέσθω». (Ρωμ. 13:1)
«ἀποστείλας δὲ Ἰωσὴφ μετεκαλέσατο Ἰακὼβ τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ πᾶσαν τὴν συγγένειαν ἐν ψυχαῖς ἑβδομήκοντα πέντε». (Πράξ. 7:14)
«…λέγων ἐγερθεὶς παραλάβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου εἰς γῆν Ἰσραήλ· τεθνήκασιν γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν τοῦ παιδίου». (Ματθ. 2:20)
«Και εἶπεν Σαμψών αποθανέτω ψυχή μου μετὰ ἀλλοφύλων». (Κρ. 16:30)
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι εβραϊκές βιβλικές αναφορές και ο αντιαιρετικός Επιφάνιος, αντικρούουν την πλατωνίζουσα Ανατολική πίστη περί αθανασίας της ψυχής, όπως αυτή διατυπώνεται σε «Εξοδιαστικό» ιερομονάχων του 16ου αιώνα.
«Ο Θεός ημών ο δημιουργός και ευεργέτης απάσης της κτίσεως ο κατασκευάσας τον άνθρωπον εκ σώματος αισθητού τε και χοϊκού και νοεράς και αθανάτου ψυχής …»[19].
Ο Αριστοτέλης ομοίως αντικρούει τον Πλάτωνα λέγοντας ότι: «Ότι μεν ούν ουκ έστιν η ψυχή χωριστή του σώματος, ή μέρη τινά αυτής – ή μεριστή πέφυκεν – ουκ άδηλον»[20].
Το δόγμα της «αθανασίας της ψυχής» είναι άμεσα συνδεδεμένο με την δοξασία της μετεμψύχωσης, όπου η ψυχή μετά τον θάνατο του σώματος αναχωρεί και εισέρχεται σε άλλο σώμα ανθρώπου, ζώου ή φυτού, μέχρι να γίνει η κάθαρση της και να επιστρέψει στην προ της πτώσεως της κατάσταση. Η άποψη αυτή μαζί με την πλατωνίζουσα «χριστιανική» άποψη ότι ο «θνητός» άνθρωπος έχει μέσα του μία νοερά αθάνατη υπόσταση που ή θα απολαύσει μακαριότητα ή θα βασανίζεται αδιαλείπτως από τον δήμιο «τριαδικό Θεό» μετά τον θάνατο του σώματος, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον όρο «θνητός» και με την αποστολική ρήση ότι ο Θεός είναι «ο μόνος έχων αθανασία» και με το «δει.. το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν». Ο θεός λοιπόν σύμφωνα με τις θρησκευτικές απόψεις έπλασε τον άνθρωπο με σκοπό να τον βασανίζει αιωνίως εάν δεν υποταχθεί στις τρεις υποστάσεις του.
Το πλήρωμα του Θεού κατά τους Γνωστικούς
Κατά την εκδοχή του Αιγύπτιου Βαλεντίνου, ενός εκ των θεωρουμένων «πατέρων» του Γνωστικισμού, στον αρχέτυπο κόσμο εκπορεύτηκαν εκ του Αληθινού, Άρρητου, Αγαθού και Υπερβατικού Θεού, τριάντα, αρσενικές και θηλυκές πνευματικές οντότητες οι «Αιώνες» με ιεραρχική τάξη. Οι Αιώνες δημιούργησαν ερωτικά ζεύγη «αρρενοθήλειες ενότητες», από τα οποία προήλθαν άλλοι κατώτεροι ιεραρχικά Αιώνες. Όλοι οι Αιώνες συγκροτούσαν το πλήρωμα του Θεού.
Η εκδοχή του Βαλεντίνου για το πλήρωμα του Θεού, συγγενεύει α) με τις εκπορεύσεις «Σεφιρότ» που αναφέρουν τα απόκρυφα κείμενα της Καμπάλα και το καμπαλιστικό δένδρο της ζωής β) με το Λάβδωμα ή Τετρακτύς των Πυθαγορείων και το το αρχαιοελληνικό δένδρο της ζωής και γ) με την θεογονία του Ησίοδου, σύμφωνα με τον Επιφάνιο.
Ο «Αιώνας Ιησούς» των Γνωστικών
Ο τελευταίος Αιώνας του πληρώματος, η Σοφία, δυσαρεστημένη για την κατάταξη της, επιθυμεί να ενωθεί με τον Άρρητο. Εκείνος την ωθεί να ενωθεί με την προβολή του, το «Νου» και έτσι γεννιόνται δύο νέοι Αιώνες, ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα. Η αταξία αποκαθίσταται με την γέννηση του Αιώνα Ιησού, που διασπά τον Αιώνα Σοφία σε δύο, την Ουράνια και την Χθόνια ή Αχαμώθ. Η «Σοφία Αχαμώθ», εκβάλετε από το πλήρωμα του θεού και γεννά τον κακό θεό, τον ερμαφρόδιτο Ιαλδαβαώθ ή Σάκλα, που σημαίνει Υιός του Χάους και τον παρουσίαζαν ως λεοντόμορφο Φίδι. Αυτός μη γνωρίζοντας ότι υπάρχει άλλος θεός ανώτερος του, δημιουργεί τον παρόντα υλικό κατώτερο και ελλαττωματικό κόσμο. Για τους Γνωστικούς αυτός ήταν ο θεός της Π.Δ., θέση κατεξοχήν αντι-ιουδαϊκή, που τους οδήγησε να τιμούν τους απειθείς χαρακτήρες της βιβλικής αφήγησης. Για τους σύγχρονους θεόσοφους, ο Ιαλδαβαώθ είναι ο αληθινός τέλειος Όφις, ο επτακέφαλος θεός (το θηρίο της αποκάλυψης με τα επτά κέρατα).
Αξιοσημείωτο είναι ότι σε όλες τις παραλλαγές των Γνωστικών μύθων, ανιχνεύεται η προ-εγκόσμια γέννηση του «Αιώνα Ιησού», που έχει πνευματική συγγένεια με την φιλοσοφική «πατερική σκέψη» της προ-εγκόσμιας και προαιώνιας ύπαρξης του Υιού, του δευτέρου προσώπου / Θεού, του Μυστηρίου της «Τρισυπόστατης Μονάδας», όπως ορίζεται στο σύμβολο της πίστεως «τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων». Σύμφωνα δε πάντα με την «πατερική σκέψη» ο Υιός αν και είναι «γεννητός» προ πάντων των αιώνων συγχρόνως είναι και «συνάναρχος» με τον Πατέρα, αν και είναι «ομοούσιος(ν) τω πατρί» συγχρόνως είναι και υπερούσιος !!!!
Υπερούσιος
«Υπερούσιος χαρακτηρίσθηκε από τους θεολογούντες των πρώτων μετά Χριστόν χρόνων ο Θεός (Χριστιανισμός) ως «επέκεινα της ουσίας κείμενος», (Ιουστίνος, Μέγας Αθανάσιος, Ιωάννης ο Δαμασκηνός κ.ά.).
Ως Υπερούσιος όμως, ανυμνείται από τους υμνογράφους της Χριστιανικής Εκκλησίας και ο Χριστός, το δεύτερο πρόσωπο της Τριαδικής Θεότητας «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει ... κλπ.»[21].
Στους Νεοπλατωνιστές, οι οποίοι είχαν αποδεχτεί το δόγμα του ζωροαστρικού δυισμού[22], ανήκει και το έργο του Ιάμβλιχου «περί Αιγυπτίων μυστηρίων» όπου αναφέρεται ότι από τον Ένα υπερβατικό θεό ξεπρόβαλε ένας δεύτερος θεός που ήταν «προούσιος και αρχή της ουσίας (των όντων)»[23] και ο θεός των υποδεέστερων ενδιάμεσων θεών.
Προούσιος= ο προ πάσης ουσίας (ύλης) υπάρχων (Lexigram)
Οι καθηγητές της φιλοσοφίας Βασίλης Κάλφας και Γιώργος Ζωγραφίδης αναφέρουν ότι:
«Στην κρυπτική έκφραση ἐπέκεινα τῆς οὐσίας στηρίχθηκε η πεποίθηση ότι ο Πλάτων ανέπτυξε μια «άγραφη» φιλοσοφία, μαθηματικής έμπνευσης, μόνο για τους μυημένους της Ακαδημίας, συστατικό στοιχείο της οποίας είναι η οντολογική πρόταξη του Αγαθού (που ταυτίζεται με το Ένα), και η παραγωγή των Ιδεών και των μαθηματικών οντοτήτων από αυτό. Όπως και να έχουν τα πράγματα, η τοποθέτηση του Αγαθού ἐπέκεινα τῆς οὐσίας δεν παύει να σημαίνει και κάτι πιο απλό: ότι, για τον Πλάτωνα, όλη η γνώση έχει ηθική θεμελίωση, ότι η ηθική προηγείται της γνωσιολογίας»[24].
Κρυπτικός = ο επιτήδειος εις το κρύπτειν ή κρύπτεσθαι, κρυψίνους, υποκριτής (Λεξ. Σκαρλάτου Δ. Βυζαντίου)
Ο φιλοσοφικός κρυπτικός όρος υπερούσιος «επέκεινα της ουσίας» ή προούσιος που αναφέρεται στο δεύτερο δημιουργό θεό της αιγυπτιακής Μυθολογίας και στο δεύτερο πρόσωπο/θεό της επιβεβλημένης «Τρισυπόστατης Μονάδας», είναι ανύπαρκτος στην «αποστολική σκέψη» και αντιπροσωπεύει το αντίπαλο προς αυτή στρατόπεδο της «πατερικής σκέψης» που αποκρυστάλλωσε και ερμήνευσε την εξελιγμένη «πλατωνική σκέψη» η οποία θέτει ως δημιουργό των όντων ένα δεύτερο «προούσιο» θεό που προβλήθηκε από τον Πρώτο.
Η ανθρωπογονία των Γνωστικών
Βοηθοί του κακού θεού ήταν τα ποιήματά του οι «Άρχοντες» ή οι 360 «Άγγελοι» σύμφωνα με τους Σηθιανούς, οι οποίοι και ποίησαν τον βιβλικό χοϊκό Αδάμ (= άνθρωπο), κατά την εικόνα του αρχέτυπου ερμαφρόδιτου τέλειου και μεγαλώνυμου πνευματικού ανθρώπου[25], που ήταν η αντανάκλαση του επίσης αρρενοθήλυ υπέρτατου θεού τον οποίον ονόμαζαν Μητροπάτορα (= Μητέρα και Πατέρα όλων) και ήταν ο Πιγεραδάμας ή Γεραδάμας. Για τους Ναασηνούς ο αρχέτυπος άνθρωπος ήταν τριφυής (σώμα, ψυχή, πνεύμα) και τον ονόμαζαν Αρχάνθρωπο ή Άνωθεν άνθρωπο ή Αδάμαντα. Οι Μανιχαίοι τον ονόμαζαν «Πρώτο Άνθρωπο». Οι Καμπαλιστές και οι σύγχρονοι θεοσοφιστές Νεογνωστικοί, τον ονομάζουν Αδάμ Κάδμων. Και στην ελληνική Μυθολογία όπου περιγράφονται τα «αρχέγονα ελληνικά μυστήρια» τον ονομάζουν Πρατόλαο.
Ο Ιαλδαβαώθ με την άδεια της μητέρας του, κενώνεται από την δύναμή του εμφυσώντας στον χοϊκό Αδάμ πνοή ζωής, η οποία όμως περιείχε τα θεϊκά στοιχεία της μητέρας του. Έτσι ο άνθρωπος απέκτησε θεία σπίθα και συνείδηση θεϊκής καταγωγής από το πλήρωμα της θεότητας, την οποία όμως ο Ιαλδαβαώθ την φυλάκισε με τα δεσμά της λήθης. Η μόνη ελπίδα «αυτοσωτηρίας» του ανθρώπου ήταν η αφύπνιση της εσωτερικής θείας σπίθας, μέσω της απόκρυφης ενορατικής γνώσης και η ανάκτηση της μνήμης της, θέση συγγενής με τους σύγχρονους θεόσοφους.
Η θεία σπίθα των Γνωστικών συγγενεύει και με τον μύθο του Τιτάνα Προμηθέα, ποιητή του ανθρώπου από πηλό και φωτιά, που περιέγραφε την μαγική εκείνη στιγμή, που ανεφλέγει πνευματικά, με την βοήθεια της θεάς της σοφίας Αθηνάς, η νοητική σπίθα στον άνθρωπο, διακρίνοντας τον από το υπόλοιπο «άλογο» ζωικό βασίλειο[26].
Η ενσάρκωση του «Αιώνα Ιησού» κατά τους Γνωστικούς
Στην συνέχεια ο Γνωστικός «πατέρας» Βαλεντίνος μας παραδίδει την ακόλουθο ψευδή γνώση: Ο Αιώνας Ιησούς, ενσαρκώνεται (ντύνεται με υλικό σώμα) και γίνεται ο (τέλειος) άνθρωπος Ιησούς.
Η «σκέψη» του Βαλεντίνου, συγγενεύει με την «σκέψη» των Απολογητών που έλεγαν: «η δε πρώτη δύναμις μετά τον Πατέρα πάντων και Δεσπότην Θεόν και υιός ο λόγος εστίν ος τίνα τρόπον σαρκοποιηθείς άνθρωπος γέγονεν»[27], καθώς και με την αποκαλυπτική «πατερική σκέψη» της ενσάρκωσης του προ-υπάρχοντος Υιού σε τέλειο άνθρωπο.
Μετά ο Αιώνας Χριστός εμφανίζεται στους ανθρώπους με την μορφή του ανθρώπου Ιησού (που ήταν η ενσάρκωση του Αιώνα Ιησού), στον οποίον και είχε ενοικήσει κατά την βάπτιση του στον Ιορδάνη ποταμό, με σκοπό να τους επαναφέρει στο πνευματικό φως και στη συνέχεια εγκαταλείπει, τον άνθρωπο Ιησού, πριν την σταύρωση του. Ο σταυρικός θάνατος του Ιησού, για τους Γνωστικούς δεν σώζει, αλλά ήταν η απελευθέρωση του Αιώνα Ιησού από το υλικό του σώμα.
Σκοπός του ενσαρκωμένου Αιώνα Ιησού ήταν: Η αφύπνιση και σωτηρία της εκπεσούσης ψυχής, του θείου στοιχείου του ανθρώπου, μέσω της διαφώτισης του Αιώνα Χριστού, που το πετύχαιναν οι «πνευματικοί» ανακτώντας την μνήμη των προτέρων. Έτσι οι «πνευματικοί» δια της γνώσεως αυτοσώζονται, γίνονται δηλαδή Γνωστικοί και εισέρχονται στο πλήρωμα του θεού.
Η αποκατάσταση της ενοφυλίας ή αφυλίας κατά το αιώνιο αρχέτυπο του ερμαφρόδιτου πνευματικού ανθρώπου.
Η κατάλυση της εξουσίας του κακού θεού της Π.Δ.
Η καταστροφή του ελλαττωματικού υλικού κόσμου και των «σαρκικών / υλικών» ανθρώπων μέσω της εκπύρωσης ή μέσω διάλυσης.
Η αποβολή των «ψυχικών» εκ του θείου πληρώματος.
Η αποκατάσταση της θείας τάξης, εντός του πληρώματος του θεού.
Ο «Αιώνας Χριστός» λοιπόν δια του «ενσαρκωμένου Αιώνα Ιησού» παρέχει την γνώση για την αυτοσωτηρία των «πνευματικών» ανθρώπων, και διασώζει και το «θείο πλήρωμα».
Εκπύρωση
Αξιοσημείωτο είναι ότι η δοξασία της «Παλιγγενεσίας» του Ηράκλειτου και των Στωικών, οι οποίοι υποστήριζαν την «κυκλική πορεία του σύμπαντος προς την αιωνιότητα» μέσω επαναλαμβανομένων πανομοιότυπων αναγεννήσεων των ορατών που λάμβαναν χώρα μετά από κάθε εκπύρωση[28], είχε επίδραση στα περισσότερα θρησκευτικά και φιλοσοφικά συστήματα. Επίδρασε επίσης και στην «πατερική σκέψη» με την διαφορά ότι η τελευταία υποστηρίζει την «ευθύγραμμη πορεία του σύμπαντος» και προσμένει γεγονότα που νομοτελειακά θα επιφέρουν, δια του πυρός, το τέλος της ιστορίας των αισθητών».
Ενσάρκωση (incarnation)
Οι Γνωστικοί ασχολούνταν με την αρχαία Φιλοσοφία και Μυθολογία, την οποία και είχαν ως δεξαμενή σκέψης. Έτσι είχαν υιοθετήσει την αντιβιβλική άποψη της ενσάρκωσης και μετενσάρκωσης, που ήταν πάγια διδασκαλία των Ορφικών, των Πυθαγόρειων, των Πλατωνικών, των λατρών του Διόνυσου κ.ά., που πίστευαν, ότι οι αθάνατες ψυχές των ανθρώπων ήταν πνεύματα, που εξέπεσαν από τον ουρανό στην γη (κάθοδος της ψυχής εντός της ύλης) λόγω ακαθόριστης αμαρτίας και για τιμωρία ενσαρκώθηκαν, ντύθηκαν δηλαδή με υλικό σώμα και έκτοτε το ζητούμενο είναι ο εξαγνισμός μέσω πολλών μετενσαρκώσεων και η αποκατάσταση στην αρχική τους προέλευση. Η πτώση της ψυχής από την ουράνια μακαριότητα μέσα στο γήινο σώμα, συμβολίζεται κατά τον Ιουδαίο φιλόσοφο Φίλωνα, από τους δερμάτινους χιτώνες, που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να φορέσουν, πριν τους εκβάλει, από τον Κήπο της Εδέμ. Κατά τον ίδιο, η εκπεσούσα ψυχή και η φυλάκιση της στο γήινο σώμα μοιάζει με την υποδούλωση των Εβραίων στην Αίγυπτο και πρέπει να επιδιώκει την έξοδο της.
Επίσης στους «Χαλδαϊκούς Χρησμούς» αναφέρεται ότι: «Όσον αφορά την υπόσταση της ψυχής, αυτή έχει ένα διαμεσολαβητικό και αναγωγικό ρόλο. Με την κάθοδο της στα σώματα καθίσταται δέσμια της ύλης, χωρίς όμως να παύει να αποτελεί μία ρευστή πραγματικότητα, διατηρώντας ένα μη πεπτωκός τμήμα της στο νοητό κόσμο. Τελικά, προορίζεται να ανέλθει στον τόπο προέλευσής της, στον ουράνιο θόλο, ξεφεύγοντας από τη λήθη των αισθητών»[29].
Η γνωστική ιδέα της ενσάρκωσης, του αρχέτυπου Αιώνα Ιησού στον γήινο άνθρωπο Ιησού, μαρτυρείται από αντιαιρετικές πηγές και στο πρόσφατα ανακαλυφθέν γνωστικό απόκρυφο ευαγγέλιο του Ιούδα. Σε αυτό φαίνεται ότι ο «προδότης» Ιούδας κατείχε ιδιαίτερη γνώση και η προδοσία του ήταν λυτρωτική ενέργεια, για να ελευθερωθεί το ενσαρκωμένο Πνεύμα του Ιησού, από το υλικό στοιχείο και να επιστρέψει στο πλήρωμα του θεού. Σύμφωνα πάντα με το απόκρυφο κείμενο, ο Ιησούς είπε στον Ιούδα «Εσύ θα θυσιάσεις τον άνθρωπο που με ενδύει»[30].
Την θεωρία της ενσάρκωσης του «Φιλοσοφικού Ιησού», άντλησε από την ίδια δεξαμενή σκέψης της Φιλοσοφίας και της Μυθολογίας και η «πατερική σκέψη» και τα συγγενή της δόγματα που ομολογούν πίστη στον «ενσαρκωμένο Υιό», παραποιώντας το «εγένετο», της αποστολικής ρήσης «ο λόγος σαρξ (= σώμα) εγένετο» που είναι μέση φωνή, αόρ. β΄ του ρήματος «γίγνομαι» σε «ενσαρκώθηκε».
Γίγνομαι = γεννώμαι || έρχομαι εις το είναι, γίνομαι || είμαι. (Λεξ. Σταματάκου)
Εν-σαρκώνω= υλοποιώ || δίδω υλικήν υπόσταση εις τινα || ενσωματώνω || μετενσαρκώνω || μετεμψυχώνω. (Λεξ. Σταματάκου)
Επηρεασμένοι βαθιά από την γνωστική δοξασία της ενσάρκωσης του «Αιώνα Ιησού», οι «πατέρες» της «Καθολικής Ρωμαϊκής Εκκλησίας» και οι συναφείς ομολογίες, αρνούνται, ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο «προκεχειρισμένος» (= ορισμένος εκ των προτέρων, προορισμένος), αληθινός Υιός του Θεού που γεννήθηκε εν χρόνω, 100% εκ Πνεύματος Αγίου.
«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ χριστοῦ ἡ γένεσις (όχι η ενσάρκωση) οὕτως ἦν. μνηστευθείσης τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ πνεύματος ἁγίου». (Ματθ. 1:18
Αντ’ αυτού, αντιγράφοντας τους μύθους του Γνωστικισμού, ευαγγελίζονται, ότι ο προαιώνιος Υιός, κατέβηκε από τον ουρανό και ενσαρκώθηκε (ντύθηκε με χοϊκό σώμα) «κατελθόντα εκ των ουρανών και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου και ενανθρωπίσαντα», όπως ορίζεται στο πατερικό σύμβολο της πίστεως. Η δήλωση αυτή είναι μυθολογική και κατά την «πατερική σκέψη» εμπλέκει τρία μέρη, α) τον προ-υπάχοντα Υιό, β) το Πνεύμα το Άγιο και γ) την θνητή Μαρία. Παραπέμπει όμως σε σύζευξη ουρανού και γης, συγγενεύοντας έτσι με την μυθική ένωση του θεού Ουρανού που ήταν κατοικία των θεών και το πρώτο μυθικό αρσενικό στοιχείο και της θεάς Γαίας την «μητέρα των μακάρων και των θνητών ανθρώπων» που στην μυθική κοσμογονία συμβολίζει την υλική πλευρά του κόσμου[31].
Ο θεολόγος και καθηγητής της πατρολογίας, αείμνηστος Παναγιώτης Χρήστου, στο άρθρο του «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών» αναφέρει:
«Γενικώς εις τα συστήματα των Γνωστικών δύο θεότητες προεδρεύουν των θείων και των εγκοσμίων, μία άρρην και μία θήλεια. Η πρώτη περικλείει το ουράνιον στοιχείον, η Δευτέρα το γήινον είναι ο ουρανός και η γη της παλαιάς ελληνικής θρησκείας»[32].
Οι δύο φύσεις του Ιησού
Η συνδυαστική αυτή γνωμάτευση των συνοδικών πατέρων, ότι ο προ-υπάρχων δεύτερος θεός (ο Υιός) ενσαρκώθηκε «εκ πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου» [άρα ο Ιησούς δεν ήταν ο Υιός του Θεού αλλά η ενσάρκωση του προ-υπάρχοντος δεύτερου θεού-υιού] οδήγησε αναπόφευκτα και στην όχι καινοφανή ιδέα των δύο φύσεων του Ιησού, που είναι πνευματική κληρονομιά της Μυθολογίας, την οποία αφελώς ασπάζονται και τα πνευματοληπτικά κινήματα της Πεντηκοστής που είναι γεννήματα αμερικανικών χριστιανικών σιωνιστικών κέντρων, καθώς και τα λοιπά της Διαμαρτύρησης.
Ήδη στον μυστικιστικό Ερμητισμό («μεταφυσικό σύστημα και ένα σώμα συστηματοποιημένων, μαγικών, αστρολογικών και αλχημικών πρακτικών») συναντάμε την ιδέα των δύο φύσεων του εκπεσόντος στον φυσικό κόσμο αρχέτυπου ανθρώπου.
«Και ο ίδιος ο (αρχέτυπος) άνθρωπος, θαυμάζοντας την εικόνα του, ερωτεύεται τον εαυτό του και θέλει να κατοικήσει στη γη. Έτσι έχουμε την πτώση του ανθρώπου και η φύση τον περισφίγγει από παντού. Και εξ αιτίας της πτώσης του ο άνθρωπος έχει διπλή φύση: θνητός ως προς το σώμα και αθάνατος ως προς την ουσία, δούλος και ταυτόχρονα κυρίαρχος της Ειμαρμένης που τελικά προσδιορίζεται από όλες τις σφαίρες»[33].
Ακόμα, σύμφωνα με την αποκρυπτογράφηση του δίσκου της Φαιστού , ο Έλληνας, ως αληθινός γιός του θεού, γεννιέται από γήινη μήτρα και ουράνιο σπέρμα.
Στο έργο του Αισχύλου «Προμηθεύς ο Δεσμώτης», ο Προμηθέας προλέγει ότι ο Λυτρωτής του, «ο λύσων», θα γεννηθεί από Θεό και την θνητή παρθένο Ιώ[34].
Επίσης ο Διόνυσος που οι αρχαίοι Έλληνες τον αποκαλούσαν «Σωτήρα», «πάσχων θεός» και «θείο βρέφος» είχε και αυτός διττή φύση, αφού ήταν γέννημα της σύζευξης του θεού Δία (ουράνιο πρωταρχικό πυρ) και της θνητής νύμφης Σεμέλης (γήινη ουσία), ήτο δε και τρίγονος (τρις φορές γεννηθείς), ο Διόνυσος-Φάνης, ο Διόνυσος- Ζαγρέας και ο αναστημένος Διόνυσος που κλήθηκε από τον Δία να βασιλεύσει.
Ο μέγιστος των Ελλήνων μυθικών ηρώων Ηρακλής που οι γονείς του ήταν ο πατέρας των θεών και των ανθρώπων Δίας και η θνητή Αλκμήνη είχε και αυτός δύο φύσεις, και πολλοί άλλοι.
Σύντομο ιστορικό της «ένωσης των δύο φύσεων του Ιησού»
Οι Οικουμενικές σύνοδοι, σκόπευαν στην εύρεση, από τους επισκόπους της Αυτοκρατορικής θρησκείας, καταπραϋντικών και συμβιβαστικών λύσεων στις εσω-εκκλησιαστικές διαμάχες τους, αφού πλήθος Γνωστικών και άλλων «αιρετικών» διετέλεσαν, για αρκετό καιρό, μέλη της «επίσημης Εκκλησίας». Πολλές φορές η επίλυση των δογματικών ερίδων γινόταν μέσα σε «ατμόσφαιρα τρομοκρατίας», με δωροδοκίες και φανατικούς οπλισμένους μοναχούς που λεηλατούσαν τις αντίπαλες εκκλησίες φονεύοντας τους επισκόπους των. Έτσι το Χριστολογικό δόγμα της σύνθετης φύσης του Ιησού σε μία υπόσταση, διατυπώθηκε το 451 μ.Χ. από την Δ΄ Οικουμενική της Χαλκηδόνας, που συγκάλεσε το Ρωμαϊκό αυτοκρατορικό ζεύγος Μαρκιανού και Πουλχερίας, με σκοπό να αντιμετωπισθεί η εριστική διδαχή του αρχιμανδρίτη Ευτυχίου, συνεργάτη του Κυρίλλου της Αλεξανδρινής σχολής, που υποστήριζε ότι η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε μέσα στη θεία και επομένως, ο Ιησούς είχε μία μόνο φύση τη θεϊκή. Έτσι αντί της «απορρόφησης» της μιας φύσεως από την άλλη, επικράτησε η «ένωση» των φύσεων σε μία υπόσταση, που υποστήριξε η σχολή της Αντιόχειας. Η νέα συνοδική φόρμουλα, για τη ταυτότητα της φύσης του Ιησού, επέφερε σχίσμα και οι εκκλησίες που αποσχίστηκαν ονομάστηκαν Αντιχαλκηδόνιες.
Όρος της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, σε απόδοση
«Η ένωση των δύο φύσεων στον Χριστό έγινε έτσι ώστε αυτές να μη συγχέονται, να μη μεταβάλλονται να μη καταμερίζονται, να μη διαιρούνται, χωρίς (όμως) καθόλου να καταργείται η διαφορά των δύο φύσεων εξαιτίας αυτής της ένωσης, η οποία συντελέστηκε με τέτοιο τρόπο, που να διατηρεί η κάθε φύση τις ιδιότητες, αλλά και να είναι (και οι δύο) ενωμένες σ΄ ένα πρόσωπο και σε μία υπόσταση». Πηγή
Ο βιβλικός Ιησούς
Οι Απόστολοι δίδαξαν, ότι η Εβραία δούλη του Θεού Μαριάμ, έτεκε τον Ιησού, τον οποίον είχε συλλάβει θαυματουργικά, χωρίς την βιολογική συμμετοχή της. Αυτό που είχε γεννηθεί μέσα της ήταν εκ Πνεύματος Αγίου.
«το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματός έστιν Αγίου». (Ματθ. 1:20)
«Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἄγγελος εἶπεν αὐτῇ· Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι· διὸ καὶ τὸ γεννώμενον ἅγιον κληθήσεται υἱὸς Θεοῦ». (Λουκ. 1:35)
Οι φύσεις είναι ξεχωριστές και διακριτές και δεν συν-θέτονται, παρεκτός στην Μυθολογία. Ο Ιησούς δεν είχε δύο γονείς, πατέρα και μητέρα, όπως ο βιολογικός άνθρωπος και οι μυθικοί θεάνθρωποι, ούτε είχε δύο φύσεις ενωμένες σε μία υπόσταση, μία βιολογική γήινη και μία επουράνια, αλλά ήταν ολόκληρος «Γέννημα» εκ θελήματος του ουράνιου Πατέρα, ο οποίος έμενε μέσα στον Υιό Του και ο Υιός έμενε μέσα στον Πατέρα Του[35].
«Εἰ δὲ ποιῶ κὰν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύετε, ἵνα γνῶτε καὶ γινώσκητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ καγὼ ἐν τῷ πατρί». (Ιωάν. 10:38)
Ο Ιησούς ήταν «ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς», «η εικόνα του αοράτου Θεού», «ο Αρχηγός της ζωής», «ο Υιός (το Γέννημα) της αγάπης του Θεού», «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως Αυτού», «ο Ζωντανός, αληθινός Ναός του Θεού». Ο Ιησούς ήταν η απτή η ορατή η ζωντανή εικόνα του Πατέρα, το απαύγασμα της δόξας του Θεού του αοράτου που είναι «ὁ μόνος ἔχων αθανασίαν».
Ο Ιησούς δεν ήταν η φανέρωση της αισθητής, ορατής υπόστασης, του θνητού χοϊκού ανθρώπου, τον οποίο ο Θεός εποίησε κατά εικόνα Θεού «ἐν εἰκόνι θεοῦ ἐποίησα τὸν ἄνθρωπον» (Γεν. 9:6, Lxx) και είναι «τύπος του μέλλοντος», που σημαίνει ότι ο χοϊκός θα λάβει την εικόνα του «επουρανίου Ιησού».
Ο Ιησούς ήταν η φανέρωση της αόρατης και αθάνατης Υπόστασης του Αιώνιου Θεού και λειτουργούσε (μιλούσε, άκουε, ενεργούσε, ζωοποιούσε) ακριβώς όπως ο Πατέρας Του γιατί ήταν ο Ίδιος ο Αληθινός Θεός και η Ζωή η Αιώνια και όχι ένας δεύτερος θεός που έγινε θεάνθρωπος «την δόξαν μου ετέρω ου δώσω». (Ησ. 42:8)
«οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ, ὁ δὲ πατὴρ ἐν ἐμοὶ μένων ποιεῖ τὰ ἐργὰ αὐτοῦ». (Ιωάν. 14:10)
Ο «Λόγος» δεν πήρε σάρκα, αλλά έγινε σάρκα «Ο Λόγος σαρξ εγένετο» και έτσι, φάνηκε, έγινε ορατός ο Ένας Θεός της Π. Διαθήκης «ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί», «η Ζωή εφανερώθη».
Αυτός που κατέβηκε από τον ουρανό δεν ήταν ο ενδιάμεσος θεός του Πλάτωνα και των Γνωστικών, ούτε ο δεύτερος θεός των Απολογητών, των Ερμητιστών και των «πατέρων της Καθολικής Εκκλησίας» αλλά ήταν ο Πατέρας Θεός με σώμα εξ ουρανού που το γέννησε ο Ίδιος. Όποιος έβλεπε το σώμα του Ιησού έβλεπε τον Αιώνιο Θεό.
«Ο εωρακώς εμέ εώρακεν τον πατέρα». (Ιωάν. 14:9)
«ἀλλ' εἶπον ὑμῖν ὅτι καὶ ἑωράκατέ με καὶ οὐ πιστεύετε». (Ιωάν. 6:36)
Και στον Μωυσή είπε ο Θεός «κατέβην εξελέσθαι αυτούς» (από την Αίγυπτο) αλλά τότε κατέβηκε ασώματος, χωρίς σώμα, διότι ακόμη δεν είχε γεννήσει τον μονογενή Υιό Του. (Ιωάν. 2:21, 6:51, Πράξ. 7:34).
Ο Ιησούς, ο Χριστός, δεν ντύθηκε με χοϊκό σώμα
«Σώματα επουράνια και σώματα επίγεια». Ο Αρχηγός της σωτηρίας Ιησούς, ο Χριστός, ο Λόγος της ζωής, είχε ξεχωριστό / μοναδικό επουράνιο σώμα «ουκ εξ αιμάτων», που η ταυτότητα του ήταν «η Ανάσταση» και «η Ζωή», «ἐγὼ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ η ζωή».
Όταν ο Ιησούς ρώτησε σεις τίνα με λέγετε ότι είμαι; Ο Πέτρος δεν είπε ότι: Συ είσαι ο Υιός της Μαρίας, ούτε είπε: Συ είσαι ο ενσαρκωμένος Υιός του Θεού, αλλά είπε: «Συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς του απάντησε: « Μακάριος είσαι, Σίμων, υιέ του Ιωνά, διότι σαρξ και αίμα δεν σοι απεκάλυψε τούτο, αλλ' ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς». (Ματθ. 16:16-17)
Ο Ιησούς ήταν «ο Υιός του Πνεύματος, ο Υιός του Θεού» διότι τον γέννησε ο Αιώνιος Θεός / το Αιώνιο Πνεύμα «σώμα δε κατηρτίσω μοι». Δεν είχε, ούτε φόρεσε σώμα χοϊκού ανθρώπου. Απεναντίας ο χοϊκός άνθρωπος που είναι «τύπος του μέλλοντος», λαμβάνοντας τον Ιησού «θέλει φορέσει την εικόνα του επουρανίου».
«Οποίος ο χοϊκός, τοιούτοι και οι χοϊκοί, και οποίος ο επουράνιος, τοιούτοι και οι επουράνιοι και καθώς εφορέσαμεν (οι εν Χριστώ) την εικόνα του χοϊκού, θέλομεν φορέσει και την εικόνα του επουρανίου». (Α΄ Κορ. 15:49)
Το σώμα του Ιησού δεν ήταν φαινομενικό, όπως πίστευαν οι Δοκητές, αλλά ήταν ορατό και ψηλαφούμενο, όπως και το μάνα εξ ουρανού ήταν ορατό και ψηλαφούμενο, με ίδιον, τίμιο αίμα.
«Εκείνο, το οποίον ήτο απ' αρχής, το οποίον ηκούσαμεν, το οποίον είδομεν με τους οφθαλμούς ημών, το οποίον εθεωρήσαμεν και αι χείρες ημών εψηλάφησαν, περί του Λόγου της ζωής». (Α΄ Ιωάν. 1:1)
Εάν, με το φως της Κ. Διαθήκης, συγκρίνουμε το «εξ ουρανού» σώμα του Κυρίου Ιησού (Α΄Κορ, 15:47) του δεύτερου ανθρώπου (Αδάμ=άνθρωπος), με το αισθητό, χοϊκό σώμα του πρώτου ανθρώπου, παρατηρούμε ότι το σώμα του Ιησού, ήταν ομοίωμα/απεικόνισμα του αισθητού σώματος της αμαρτίας (σάρκας) του χοϊκού ανθρώπου και όχι απαύγασμα της δόξας του ή χαρακτήρας της υπόστασης του.
Άλλωστε ο Ησαΐας φωνάζει «πάσα σαρξ χόρτος και πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου». (40:6). Και ο Ιώβ λέει: «βροτός δε γεννητός ίσα όνω ερημίτη». (11:12, LXX)
Τι είναι το ομοίωμα
Ομοίωμα = το, πράγμα τι έχον ομοιότητα προς άλλο, απεικόνισμα (Λεξ. Liddell-Scott)
Απεικόνισμα= η ακριβής αναπαράσταση με εικαστικά μέσα (Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα)
Ομοίωμα = κάθε κατασκευή που μοιάζει εξωτερικά ως προς τη μορφή, το σχήμα κτλ. με κάτι άλλο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο (ξύλινο / γύψινο ομοίωμα του Παρθενώνα), αντίγραφο. (Lexigram)
Ομοίωμα= αντικείμενο που κατασκευάστηκε έτσι ώστε να είναι όμοιο εξωτερικά με άνθρωπο, ζώο ή πράγμα, χωρίς όμως να έχει τις λειτουργίες του προτύπου του π.χ. μουσείο κέρινων ομοιωμάτων (Βικιλεξικό)
Τι είπαν οι Απόστολοι για την σάρκα /σώμα του Ιησού
«Τὸ γὰρ ἀδύνατον τοῦ νόμου ἐν ᾧ ἠσθένει διὰ τῆς σαρκός, ὁ θεὸς τὸν ἑαυτοῦ υἱὸν πέμψας ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας …». (Ρωμ. 8:3)
« ….εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος». (Φιλ. 2:7)
«ἐπεὶ οὖν τὰ παιδία κεκοινώνηκεν αἵματος καὶ σαρκός, καὶ αὐτὸς παραπλησίως (= περίπου, σχεδόν ομοίως) μετέσχεν τῶν αὐτῶν». (Εβρ. 2:14)
Ο Ιησούς θεληματικά υπέφερε και δοκιμάστηκε κατά πάντα, όπως ο χοϊκός άνθρωπος υποφέρει και δοκιμάζεται, για να γίνει εύσπλαχνος και αξιόπιστος Αρχιερέας και θεληματικά γεύθηκε τον θάνατο υπέρ παντός ανθρώπου για να νικήσει τον θάνατο και ανέστη για να μας χαρίσει την Ζωή (Ιωάν. 3:13, 6:51, Ρωμ. 8:3, Πράξ. 20:28, Φιλιπ. 2:8, Εβρ. 2:16-17, 2:9, 4:15, 10:5, GR/Orthodox)
Η ενσάρκωση και η μετενσάρκωση, ήταν κυρίαρχη πίστη των ειδωλολατρών, των Γνωστικών και των ανατολικών θρησκειών
Όπως οι όροι ομοούσιος και υπερούσιος, έτσι και ο όρος ενσάρκωση είναι ανύπαρκτος στην Αγία Γραφή, απαντάται μόνο σε αρχαίες θρησκείες και φιλοσοφικές σχολές.
Στην αιγυπτιακή Μυθολογία, το νερό και ο ήλιος θεωρούνταν σύμβολα της ζωής, λόγω γεωγραφικής θέσης (Νείλος ποταμός, ηλιοφάνεια). Οι δε ηγεμόνες της Αιγύπτου (Φαραώ) ήταν η ενσάρκωση του Θεού στην γη και το επίκεντρο της θρησκευτικής λατρείας.
Στον Ινδουισμό, αβατάρ είναι η κάθοδος και η ενσάρκωση ανώτερων όντων στην γη, όπως ο αγέννητος και αθάνατος θεός Βισνού, που έχει στο ενεργητικό του πολυάριθμες ενσαρκώσεις, με μορφή ζώων, πουλιών, φυτών και ανθρώπων, με σκοπό να σώσει την ανθρωπότητα από το κακό και τις δαιμονικές δυνάμεις. Οι κυριότερες ενσαρκώσεις του Βισνού είναι με την μορφή του Ραμαγιάνα ή Ράμα και του Κρίσνα. Σε αναμονή είναι η αβατάρα του Κάλκιν, η ενσάρκωση του λευκού αλόγου, που θα αποκαταστήσει στη γη τον χρυσό αιώνα και θα φέρει την τελική απελευθέρωση του ανθρώπου και την ανακάλυψη της θείας φύσης του[36]. Ο Ινδουισμός έχει έξι (6) ορθόδοξα συστήματα, το αρχαιότερο φιλοσοφικό σύστημα αυτογνωσίας η Βεδάντα, θεωρεί, ότι το αισθητό είναι παραίσθηση (illusion), το δε σύμπαν κατά διαστήματα καταστρέφεται και αναδημιουργείται (Ηράκλειτος-Στωικοί).
Επίσης το θρησκευτικό ρεύμα των Αλαουίτων, που είναι κράμα ζωροαστρικών, χριστιανικών, μουσουλμανικών και γνωστικών δοξασιών, πιστεύει ότι η ενσάρκωση του Θεού ήταν ο Ιουδαίος Ιησούς του Ναυή, που κατέκτησε την γη του Ισραήλ, καθώς και ο τέταρτος χαλίφης Αλί, που δολοφονήθηκε από τους εχθρούς του Σουνίτες.
Οι οπαδοί του αποθανόντα Ινδού γκουρού Σάτυα Σάι Μπάμπα, τον υμνούν ως ενσάρκωση της Αγίας Τριάδας και της Αλήθειας, ως Κύριο της δημιουργίας και σωτήρα της ανθρωπότητας. Ο ίδιος πάντως είχε δηλώσει ως νέος, ότι ήταν η ενσάρκωση του πνευματικού δασκάλου Σάι Μπάμπα του Σίρντι.
Οι περισσότεροι δάσκαλοι και καθοδηγητές του Γνωστικισμού, όπως ο Σίμων και ο μαθητής του Μένανδρος, θεωρούσαν τους εαυτούς τους γνήσιες ενσαρκώσεις ανώτατων δυνάμεων[37].
Οι γνωστικοί Σηθιανοί, πήραν το όνομά τους από την λατρεία του Σήθ, υιού του Αδάμ, που πίστευαν ότι ήταν η ενσάρκωση του θεού και κατείχε την θέση του Χριστού.
Ακόμη και ο Πέρσης Μάνης, που ίδρυσε δική του θρησκεία, τον Μανιχαϊσμό, πίστευε ότι είναι η τελευταία ενσάρκωση του Χριστού και του Βούδα.
Ομοίως η αναδυόμενη νέα κινεζική θρησκεία «Του Παντοδύναμου Θεού», που υποστηρίζει ότι ο Χριστός των εσχάτων ημερών εμφανίστηκε στην Κίνα, υιοθετεί θεωρίες ενσαρκώσεων και άλλες γνωστικές αντιλήψεις.
Οι Μελχισεδεκιτές, της Φρυγίας και της Λυκαονίας, κράμα Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού, πίστευαν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν η ενσάρκωση του Λόγου. Αυτοί κατά την Οθωμανική περίοδο εξισλαμίστηκαν βιαίως.
Οι Ιμαμίτες (Δωδεκατιστές), που είναι μέρος του Σιιτισμού[38], θεωρούν τους δώδεκα μεγάλους πνευματικούς καθοδηγητές (= Ιμάμηδες) ότι είναι η ενσάρκωση του θείου φωτός. Αναμένουν τον δωδέκατο μεσσιανικό Ιμάμη (Mahdi = ο ορθά καθοδηγούμενος), να έρθει στις έσχατες ημέρες του κόσμου, ως σωτήρας του Ισλάμ, έχοντας βοηθό του τον Χριστό που θα κατέβει από τον ουρανό για αυτό τον σκοπό (Δευτέρα Παρουσία) και θα κάνει όλους τους Χριστιανούς Μουσουλμάνους. Και ύστερα θα επέλθει η συντέλεια του κόσμου, η εκμηδένιση της ύλης, η Κρίση και η αιωνιότητα.
Σύμφωνα δε με τον Όμηρο και την ομηρική σχολή σκέψης, οι θεοί ενσαρκώνονταν και συμμετείχαν ενεργά στα ανθρώπινα δρώμενα και την ανθρώπινη ιστορία, όπως μας διδάσκουν και τα «Ομηρικά έπη», Ιλιάδα και Οδύσσεια.
Στα απόκρυφα βιβλία των Καμπαλιστών, τα οποία αποδεικνύουν για τους δύσπιστους, την ιστορικότητα του Ιησού, αναφέρεται ότι το πνεύμα του Ησαύ μπήκε μέσα στον Χριστό και γι΄ αυτό ήταν κακός και ο ίδιος ο Ησαύ.
Επίσης ο Ιώσηπος, λέει για τους ελληνίζοντες Φαρισαίους: «Όλες οι ψυχές, υποστηρίζουν, είναι άφθαρτες, αλλά η ψυχή των καλών μόνο περνά στο σώμα κάποιου άλλου, ενώ οι ψυχές των ασεβών υποφέρουν από ατελείωτη τιμωρία[39]».
Οι μυθολογικές δυαλιστικές ιδέες, περί πτώσης της αθάνατης ψυχής και ενσάρκωση της σε γήινο σώμα που παρομοιάζετο με σήμα (τάφο) απ΄ όπου έπρεπε να ελευθερωθεί και να επιστρέψει εξαγνισμένη στη ουράνια πατρίδα μέσω μετενσαρκώσεων «δόγμα της ανακυκλωτικής μετεμψυχώσεως», είχαν διεισδύσει σε όλες τις αρχαίες δοξασίες. Εάν εκλάβουμε δε ως έγκυρη την μαρτυρία του Επιφανίου «κατά Στωικών», όπου καταγγέλλει τις ιδέες αυτές ως «πλάνη και ασέβεια», φαίνεται, ότι και αυτοί οι Στωικοί, είχαν μεταπηδήσει στο ιδεολογικό στρατόπεδο του Πλατωνισμού.
«μεταγγισμούς τε ψυχῶν καὶ μετενσωματώσεις ἀπὸ σώματος εἰς σῶμα, καθαιρομένων (= εξαγνισμένων) <ψυχῶν ἀπὸ> σωμάτων ἠδ' αὖ πάλιν εἰσδυουσῶν καὶ ἀνάπαλιν γεννωμένων, διὰ πολλῆς αὐτῶν πλάνης ταύτην τὴν ἀσέβειαν παρυφαίνοντες. μέρος δὲ θεοῦ καὶ ἀθάνατον τὴν ψυχὴν ἡγοῦνται». (Επιφάνιος, Πανάριον, κατά Στωικών).
Η ιδεολογική «Ιερή Τριάδα» των Γνωστικών και οι συγγένειές της
Σύμφωνα με τους Σηθιανούς που ήταν κύριο ρεύμα του γνωστικισμού, από τον Μόνο, Υπερβατικό, Αγαθό Θεό του Φωτός, γεννιέται η Βαρβηλώ (όπως η Αθηνά από τον «Μητροπάτορα Δία»), η υπέρτατη Μητέρα-Πατέρας του παντός, που είναι θηλυκή και ανδρόγυνη, «η πρώτη σκέψη», «η εικόνα του», «το Άγιο πνεύμα», «ο τρις-άνδρας», «η πρώτη δόξα του αόρατου Πατέρα», «ο αιώνιος Αιώνας του άυλου κόσμου» και «ο πρώτος των μελλόντων».
Η Βαρβηλώ ατενίζοντας την υπέρτατη Μονάδα γέννησε τον Αυτογενή Υιό του φωτός, που ταυτίζεται με τον Χριστό. Οι Σηθιανοί της απέδιδαν τρεις ιερές υποστάσεις «Πατέρας–Μητέρα-Υιός», που είναι του Καλυπτού (κρυμμένου), του Πρωτοφανούς (πρωτοφανερωμένου) και του Αυτογενούς (αυτογέννητου)[40]. Από τις τρεις υποστάσεις αυτές αναφάνηκε ο αρχέτυπος Άνθρωπος ο Πιγεραδάμας ή Γεραδάμας.
Η ιδέα των τριών ιερών υποστάσεων «Πατέρας-Μητέρα -Υιός» είναι συγγενής με τους συντελεστές της ιερής τριάδας της κοσμοθέασης του Πυθαγόρα, «της Ατέρμονης κίνησης (Πατέρας)-της Αέναης Ζωής (Μητέρα)- και της Αέναης ενέργειας (Υιός)[41]».
Οι Πυθαγόρειοι θεωρούσαν ότι οι πρωταρχικές ιδέες είναι οι αριθμοί. Οι μονοί αριθμοί ήταν αρσενικές θείες οντότητες και οι ζυγοί αριθμοί θηλυκές, το δε γινόμενο 2×3= 6 ήταν (αρσενικό-θηλυκό) που συμβόλιζε τον γάμο. Πίστευαν ότι τα πάντα ορίζονται από τον ιερότατο αριθμό τρία (3) «Το παν και τα πάντα τοις τρισίν ώρισται» (Γέννηση – Ζωή - Θάνατος, Παρελθόν – Παρόν - Μέλλον, Μήκος – Πλάτος - Ύψος). Δίδαξαν δε την απόκρυφη Διάλυση της Μονάδας σε τριάδα ή τριάδες, εισάγοντας έτσι την θεωρία των τριαδικών Μονάδων.
«Όπως άλλωστε λένε και οι Πυθαγόρειοι, το παν και τα πάντα ορίζονται από τον αριθμό τρία, γιατί το τέλος και το μέσο και η αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, που είναι ο αριθμός τρία (3). Γι΄ αυτό έχοντας πάρει από την φύση αυτές τις έννοιες, σαν νόμους της, χρησιμοποιούμε κατά τις θεοτικές τελετές (θεουργίες) αυτόν τον αριθμό (3)»[42].
Οι απόψεις των Πυθαγορείων ήταν τα ισχυρότερα επιχειρήματα των «πατέρων» και των ευαγγελιζομένων την «Χριστιανική Ιερή Τριάδα» στους «άπιστους» και «ασεβείς» Εθνικούς, που άλλο τι δεν σέβονταν εκτός από θηλυκές ή αρσενικές «Ιερές Τριάδες». Όμως με την επικράτηση της «Χριστιανικής Ιερής Τριάδας» και της ανδροκρατούμενης ιεροσύνης, οι θηλυκές «Ιερές Τριάδες» έχασαν τη δημοτικότητά τους.
Η τριαδική ιδέα των Γνωστικών, συγγενεύει επίσης με την «Τριάδα του Παραδείσου» που αποτελείται από τον «Συμπαντικό Πατέρα, τον Αιώνιο Υιό, και το Άπειρο Πνεύμα» σύμφωνα με το βιβλίο της Ουράντια[43] που διαδίδει αρχαίες γνωστικές ιδέες τις οποίες λαμβάνουν, ως ισχυρίζονται, από εξωγήινα, ανώτερα όντα.
Επίσης συγγενεύει με την θεωρία των τριών υποστάσεων που θεμελίωσε ο Νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πλωτίνος, στις «Εννεάδες», όπου αναπτύσσει την οντολογική ιεραρχική ενότητα του Όντος (της ιερής Τριάδας) «Εν (ο Ουρανός)–Νους (ο Κρόνος)–Ψυχή (ο Δίας)»[44].
Ασπαζόμενοι την φιλοσοφική άποψη της ιερής Τριάδας που δεσπόζει στο αισθητό σύμπαν, οι πρόγονοι μας πίστευαν και στους τρεις αδελφούς Δία – Ποσειδώνα - Άδη.
Η παλαιότερη αναφορά για τον Δία, που δηλώνει την πρώτη εκδήλωση ή Λόγο, υπάρχει στους Ορφικούς, ο δε ποιητής Βιργίλιος τον αποκαλεί «Μεγάλο όφι». Εξελισσόμενη η νεοπλατωνική σκέψη ανάπτυξε την «Τριάδα Του Δία»: Πατέρας (η δυναμικότητα) – Υιός (η δύναμη σε πράξη) και Πνεύμα (ο νούς)[45].
Οι αρχαίες τριαδικές, θηλυκές ή αρσενικές, θεότητες έχουν ισχυρή ιδεολογική συγγένεια με την τριάδα των Γνωστικών και ισχυρότατη με την «πατερική αποκάλυψη» του Τρισυπόστατου Θεού (Πατήρ - Υιός - Άγιο Πνεύμα).
Η τριπλή υπόσταση δείχνει τρεις οντολογικές θεότητες, τρεις Θεούς και παραπέμπει στον Πολυθεϊσμό. Υπό αυτήν την έννοια ο «Χριστιανισμός», τον οποίο διαμόρφωσε η «πατερική σκέψη», είναι νέα πολυθεϊστική θρησκεία, παραλλαγή της αρχαίας και όχι μονοθεϊστική, όπως η ίδια κακώς επικαλείται. Αναμιγνύοντας «οι πατέρες» τον πολυθεϊσμό με τον μονοθεϊσμό διαιώνισαν την αρχαία θρησκευτική σκέψη του Πλωτίνου ότι: «Ο λατρεύων τους Θεούς, λατρεύει τον Θεό».
Ο ιστορικός Μιχάλης Μπατής στο άρθρο του «Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου- Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος» (Μέρος Β΄)» υποστηρίζει ότι:
«Ο Πλάτωνας στο έργο του <Φαίδων> μίλησε πρώτος για μια Τριαδική θεότητα όπως προσπαθεί να την περιγράψει ο Χριστιανισμός. Το Αγαθόν αντιπροσωπεύει τον Πατέρα, ο Λόγος είναι ο Υιός του και η Ψυχή είναι το Άγιο Πνεύμα»[46].
Ο ίδιος ιστορικός στο άρθρο του «Ελληνιστική εποχή και Χριστιανισμός» αναφέρει:
«Ένα άλλο θεολογικό στοιχείο το οποίο έλαβε ο Χριστιανισμός από την αρχαία παράδοση και ιδίως από εκείνη των ύστερων χρόνων, είναι η τριαδική αντίληψη του θείου. Η διατύπωση του δόγματος της Αγίας Τριάδας παραπέμπει στην αρχή της Ορφικής Τριαδικότητος, σύμφωνα με την οποία ο νόμος του τριγώνου διέπει τα πάντα, από την Δημιουργία (Νυξ – Ουρανός - Γαία), έως την τριαδική υπόσταση του ανθρώπου (Πνεύμα, Ψυχή, Σώμα), έως την Τρισήλιο Θεότητα του Ιουλιανού και την τριχοτόμηση της ψυχής (λογικό, θυμικό, επιθυμητικό). Κατά τον νεοπλατωνικό φιλόσοφο Ιάμβλιχο αρχή των πάντων είναι το Εν, από το οποίο απορρέει ο τριαδικός νους. Αυτός ο τριαδικός νους στην ιεραρχική τάξη του Δωδεκαθέου εκφράζεται δια της σχέσεως Δίας - Πατήρ, Αθηνά - Πνεύμα και Απόλλων - Λόγος. Από τις δοξασίες αυτές απέρρευσε και η αντίστοιχη τριαδική αντίληψη του θείου στον Χριστιανισμό, ενώ ο Ιουδαϊσμός είναι μονολατρικός, εστιαζόμενος στον Γιαχβέ»[47].
Άρρεν και Θήλυ κατά τους Γνωστικούς.
«Καὶ ᾠκοδόμησεν Κύριος ὁ Θεὸς τὴν πλευράν ἣν ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ Αδάμ εἰς γυναῖκα καὶ ἤγαγεν αὐτὴν πρὸς τὸν Αδάμ». (Γέν. 2:21)
Την κατά την Βίβλο, οικοδομή της γυναίκας με υλικό μία από τις πλευρές (= τα οστά που σχηματίζουν την θωρακική κοιλότητα) του χοϊκού Αδάμ, οι Γνωστικοί, την παρερμήνευαν ως παράτυπο και παροδικό διαχωρισμό του θηλυκού, από του αρσενικού και ως την αιτία του θανάτου. Φαντασιώνονταν έναν αρχέτυπο πνευματικό ανδρόγυνο θεό, (δίφυλο, άρρεν και θήλυ), δημιουργό της ανθρωπότητας, ο οποίος χωρίστηκε στα δύο και έχασε την αρχική του εικόνα της ενοφυλίας. Η φυσική σύζευξη, ανδρός και γυναικός, αποτυπώνει την ανάγκη επανένωσης των φύλων και αποκατάστασης της αρχέτυπης πνευματικής ενοφυλίας ή αφυλίας, μέσω της ερωτικής απόλαυσης, που ήταν και το ουτοπικό ιδεώδες των Γνωστικών για την είσοδο στην Βασιλεία των Ουρανών. Η ιδέα αυτή ανιχνεύεται και σε αναγνωρισμένα ως ορθόδοξα κείμενα, όπως στην «Β΄ επιστολή Κλήμεντος»[48] και στο «Μαρτύριον της Περπέτουας»[49].
Ομοίως και οι ομοφυλοφιλικές θρησκευτικές τελετές των Ναασηνών, Καρποκρατιανών, Οφιτών, Βορβοριτών κ.ά. Γνωστικών ομάδων, προς τιμή του ερμαφρόδιτου αρχέτυπου Μητροπάτορα Αρχάνθρωπου, σκοπό είχαν την βίωση της αρχέγονης κατάστασης της ανδρογυνίας και κατά συνέπεια την άρση της τεκνοποιίας. Με παρόμοιους μύθους, οι ομοφυλοφιλικές, παρά φύση πράξεις, γνωστές από αρχής κτίσεως κόσμου, απέκτησαν θρησκευτικό χαρακτήρα. (Γεν. 19:4-5)
«Διά τούτο παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις πάθη ατιμίας· διότι και αι γυναίκες αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άνδρες, αφήσαντες την φυσικήν χρήσιν της γυναικός, εξεκαύθησαν εις την επιθυμίαν αυτών προς αλλήλους, πράττοντες την ασχημοσύνην άρσενες εις άρσενας και απολαμβάνοντες εις εαυτούς την πρέπουσαν αντιμισθίαν της πλάνης αυτών». (Ρωμ. 1:26—27)
Αυτό είναι και το υπόβαθρο της σημερινής αποδοχής και προώθησης, από τους κόλπους του Φιλελεύθερου Χριστιανισμού και του Νέο-γνωστικισμού, της παρά φύση σεξουαλικής πράξεως και του ανδρόγυνου μοντέλου (unisex), που επιχειρεί την παύση της οντολογικής διάκρισης των δύο βιολογικών φύλων, λανσάροντας το κοινωνικό φύλο (Gender=γένος), με αποτέλεσμα την εναντίωση στο «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε».
Ο μύθος του ανδρόγυνου θεού ή ανθρώπου, απαντάται και εκτός γνωστικών συστημάτων, όπως στην θεογονία των Ορφικών, όπου μέσα από το αυγό γεννάται αρρενοθήλεια θεότητα, ο Φάνης (=θεός του φωτός, που συγγενεύει με τον περσικό Μίθρα) «Πατέρας - Μητέρα», με τέσσερα μάτια και τέσσερα κεφάλια, ταύρου, λιονταριού, φιδιού, κριαριού, χρυσά φτερά και φωνή λιονταριού και κριού. Άλλες ονομασίες του Φάνη ήταν: Φαέθων, Μήτις, Πρωτόγονος, Έρως, Ηρικεπαίος. Η επικοινωνία με τον Φάνητα γινόταν με μαγικές τελετές και ξόρκια.
Επίσης, απαντάται στον Ποιμάνδρη του Ερμή του τρισμέγιστου, όπου ο πρώτος Νους και πατήρ πάντων είναι αρρενοθήλυς[50] και στον πλατωνικό μύθο των δίφυλων όντων, τον οποίον εκφράζει και ο Αριστοφάνης στο Συμπόσιο, όπου λέγεται ότι ο άνθρωπος φτιάχτηκε σε τρία διπλά γένη, διπλό αρσενικό (γέννημα του ήλιου), διπλό θηλυκό (γένημα της γης) και αρσενοθήλυκο (γέννημα της σελήνης με στοιχεία της γης και του ήλιου). Αυτά τα ολόκληρα όντα αθέτησαν την ουράνια εξουσία και οι θεοί για τιμωρία τα διχοτόμησαν. Έτσι εκ του αρσενικού προήλθαν δύο μισά αρσενικά, εκ του θηλυκού δύο μισά θηλυκά και εκ του αρσενοθήλυκου δύο μισά ένα αρσενικό και ένα θηλυκό. Έκτοτε οι άνθρωποι μέσω του έρωτος ψάχνουν να βρουν «το έτερο τους ήμισυ»[51].
Επίσης, «Κατά την πρώιμη Ιουδαϊκή περίοδο (1.600 – 1.550 π.Χ) όπως μας εξιστορεί ο Φίλων, οι Ιουδαίοι λάτρευαν την θεά Ασερά. Οι τρις βασικές της μορφές ήταν : η Γιαρίχ (η Σελήνη) ως κόρη, η Σεκινά (η Γαία) ως μεγάλη μητέρα της ζωής και η Αστάρτη (ανδρόγυνος) ή Ανάτ θεά της Σοφίας αλλά και πολεμίστρια ταυτόχρονα»[52].
Ο Γνωστικισμός σήμερα
Οι διάφορες μορφές του Γνωστικισμού, εκτός από την επιρροή που είχαν σε όλα τα θρησκεύματα, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο και στην διαμόρφωση αναρχικών και κομμουνιστικών πολιτικών θεωριών. Επίσης επηρέασαν την θρησκευτική επανάσταση του πολυσχισματικού Προτεσταντισμού, μέσα στο θεσμοθετημένο, αυταρχικό, αριστοτελικό Χριστιανισμό της Δύσης.
Παρόλο που οι Γνωστικοί διώχτηκαν για τα πιστεύω τους[53] και για την περιφρόνησή τους στην διεφθαρμένη πολιτική και θρησκευτική εξουσία, οι σπόροι των πεποιθήσεων τους παρέμειναν ζωντανοί έως και σήμερα καταγεγραμμένοι στα θρησκευτικά «σύμβολα πίστεως». Στους κόλπους δε του προοδευτικού και Φιλελεύθερου Χριστιανισμού, που αναγνωρίζουν στα Γνωστικά κείμενα σπόρους αληθείας, έχει αναπτυχθεί και η ιδέα πως η ελεύθερη βούληση δεν αποτελεί πρόσκομμα για την σωτηρία του ανθρώπου.
Απόψεις των Γνωστικών, ενστερνίζονται οι θεοσοφιστικές, γκουρουιστικές, νεογνωστικές, σαηεντολογικές, και λοιπές Ανατολικές οργανώσεις της Νέας χρυσής Εποχής του Υδροχόου (New age), οι Τέκτονες που θεωρούν προστάτη τους τον Πυθαγόρα και τα Γνωστικά ιδρύματα όπως της Urantia. Αυτοί είναι και οι εμπνευστές των κινηματογραφικών ταινιών Star Wars, του Matrix κ.ά. και γενικά της προπαγάνδας, περί εξωγήινων ανώτερων υπάρξεων και αστρικών κυρίαρχων υπέρ δυνάμεων, με αγαθό ή πανούργο ενδιαφέρον για τους γήινους. Τα ίδια κέντρα διαδίδουν και την καμπαλιστική θηλυκή θεότητα «Σεκινά», επιδιώκοντας την επανασύνδεση των θηλυκών θεοτήτων στο νεκρό σώμα των θρησκειών.
Οι ιδέες των σύγχρονων εσωτεριστών/αποκρυφιστών, έχουν μεγάλη απήχηση, σε ένα κόσμο, όπου η σκανδαλώδης και πολυαίμακτη «χριστιανική» παράδοση και ο θρησκειοποιημένος «πολυκέφαλος Χριστιανισμός», τον ώθησε να στρέψει την πλάτη, στις ανώφελες «χριστιανικές» τυπολατρίες και στα πνευματικά αδιέξοδα της θεσμικά επιβεβλημένης φιλοσοφικής «πατερικής σκέψης» και αναζητά σε άλλες θρησκευτικές κινήσεις τις απαντήσεις στις υπαρξιακές και μεταφυσικές του αναζητήσεις. Η μυστικιστική φιλοσοφική «Τριαδική θεότητα» σημαία της «Καθολικής Ρωμαϊκής Εκκλησίας» που εξελίχθηκε σε πνευματική παρακαταθήκη του ελληνικού πολιτισμού είναι η αιτία και όχι η λύση της κρίσης του πολιτισμού της Νεωτερικότητας.
Σημειώσεις
[12] Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη σελ. 64
[13] Φιλοσοφούμενα, η κατά πασών αιρέσεων έλεγχος, βιβλίο V, 9 σελ. 121
[14] Φιλοσοφούμενα, η κατά πασών αιρέσεων έλεγχος. βιβλίο VII, 35 σελ. 245
[15] Ειρηναίου, έλεγχος, Βιβλίο Α, 30:13
[16] Εκκλησιαστική Ιστορία Στεφανίδη σελ. 67
[17] Ερμητικά κείμενα, εκδ. Παρασκήνιο, εισαγωγή σελ. 9
[18] Gourinat Jean Batiste «Οι Στωικοί για την ψυχή», εκδ. Καρδαμίτσα, 1999 σελ. 30.
[19] DMITRIEVSKIJ, Opisanie 2, 547. Ε.Ι.Ε.Κ.Ν.Ε 60 Θεσμοί και Ιδεολογία στη νεοελληνική κοινωνία. Παναγιώτης Δ. Μιχαηλάρης «ΑΦΟΡΙΣΜΟΣ. Η προσαρμογή μιας ποινής στις αναγκαιότητες της Τουρκοκρατίας».
[20] Αριστοτέλης: Περί ψυχής, 413a4-6
[12] Βικιπαίδεια
[22] Κατελής Βίγκλας «Χαλδαϊκή και Νεοπλατωνική θεολογία»
[23 ] Ιάμβλιχος «περί Αιγυπτίων Μυστηρίων» VIII, 2
[24] Β. Κάλφα και Γ. Ζωγραφίδη «Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι» (7.9. Η μετοχή και η μίμηση)
[25] Στο έργο του Ωριγένους διασώζεται ο εξής γνωστικός ύμνος: «Από σου πατήρ και δια σε μήτηρ, τα δύο αθάνατα ονόματα, αιώνων γονείς, πολίτα ουρανού, μεγαλώνυμε άνθρωπε». Διαιρούσιν δε αυτόν, ως Γηρυόνην, τριχή. «Φιλοσοφούμενα, η, κατά πασών αιρέσεων έλεγχος βιβλίο Ε.7 σελ. 95»
Στα γνωστικά διαρχικά συστήματα η θεότητα και η ανθρωπότητα στην αρχέτυπη μορφή τους παρουσιάζονται με δύο φύσεις άρρεν και θήλυ οι οποίες αποχωρίστηκαν, για αυτό υπάρχουν άνδρες και γυναίκες και η ένωσή τους -ενοφυλία ή αφυλία - είναι το επιζητούμενο. Για περισσότερα βλέπε: «Ενοφυλία το ιδεώδες των γνωστικών» του Παναγιώτη Χρήστου.
Την ιδέα της αρρενοθηλείας -δύο φύσεις ενωμένες σε μία οντότητα- την συναντάμε στην λατρεία της θεάς Κυβέλης και του Άττη και στους Πυθαγόρειους Στην ελληνική μυθολογία ο Ερμαφρόδιτος ήταν γιος του Ερμή και της Αφροδίτης και πήρε το όνομά του από τα ονόματα των γονιών του.
[26] http://erevoktonos.blogspot.com/2018_01_25_archive.html
[27] Ιουστίνου Απολ. Α΄32, 10
[28] Στον αρχαίο κόσμο ήταν διαδεδομένη η θεωρεία της «αποκάθαρσις από των κακών», δια της εκπύρωσης και η αποκατάσταση των στοιχείων στην αρχική τους μορφή. Οι Στωικοί, αναπαράγοντας τον Ηράκλειτο, δεχόντουσαν «ότι ο κόσμος είναι φθαρτός, καταστρεφόμενος δια της εκπυρώσεως και αναγεννώμενος πάλιν εκ νέου. Η ιστορία του κόσμου άρα είναι αλληλοδιαδοχή κόσμων φθειρομένων και αναγεννωμένων. Η καταστροφή εκάστου περιοδικώς εμφανιζομένου κόσμου συντελείται δι΄ εκπυρώσεως, ήτις είναι μετατροπή συμπάντων των εν τω κόσμω όντων εις πυρ, «εις πύρ ανάλυσις των όντων». «Την τοιαύτην εκ νέου δημιουργίαν καλούν οι Στωικοί «παλιγγενεσίαν» και «αποκατάστασιν». Δια ταύτης επέρχεται εκ νέου η «διακόσμησις» …….. Η μεθ΄ εκάστην εκπύρωσιν εμφανιζομένη διακόσμησις είναι αιωνίως η αυτή». (Κ.Δ. Γεωργούλης, Ιστορία της Ελληνικής φιλοσοφίας. Εκδ. Παπαδήμα Αθήναι 1994 σελ. 380-381)
[29] Κατελής Βίγκλας «Χαλδαϊκή και Νεοπλατωνική θεολογία» https://www.researchgate.net
[30] Ιωάννης Καραβιδόπουλος «Ο Ιούδας της ιστορίας και ο Ιούδας των αποκρύφων κειμένων» http://www.discussion.gr/themata/judas/karavidopoulos.html
[31] Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου «Ελλήνων μύθοι. Η Γαία και ο Ουρανός» https://www.larissanet.gr/2017/08/09/i-gaia-kai-o-ouranos/
[32] Παναγιώτης Χρήστου «Ενοφυλία το ιδεώδες των Γνωστικών» www.apostoliki-diakonia.gr
[33] Ερμή του Τρισμέγιστου «Ερμητικά κείμενα» ISBN: 960-7107-01-2 εκδ. Παρασκήνιο. (Εισαγωγικά για τον πρώτο λόγο σελ. 15)
[34] Κατά τον μύθο η Ιώ πέρασε από το ένα πέλαγος και σε ανάμνηση της το ονόμασαν Ιόνιο πέλαγος.
[35] Η ένωση των δύο φύσεων του Ιησού Χριστού σε μία υπόσταση, αποδέχεται ήπιο Αρειανισμό. Κατά τον Άρειο, ο οποίος πίστευε σε ιεραρχική τριάδα, που σχηματίστηκε σταδιακά και όχι αιώνια, «ο κτιστός Υιός του Θεού προσέλαβε ως Χριστός «εν χρόνω», όχι όλη την ανθρώπινη φύση του, αλλά μόνο ανθρώπινο (Χοϊκό) σώμα χωρίς ψυχή, αφού τη θέση της ψυχής την κατέβαλε ο κτιστός λόγος (συγγενής πίστη με αυτή των Απολιναριστών)». Πηγή
[36] Ο Βισνού είναι η τρίτη μορφή της ανώτατης τριαδικής θεϊκής εκδήλωσης του ινδουισμού, Τριμούρτι, όπου ο Βράχμα είναι ο δημιουργός, ο Βισνού είναι ο διατηρητής/προστάτης και ο Σίβα είναι ο καταστροφέας ή ο μετασχηματιστής, που είναι όρος γνωστικός.
[37] Ζαν Ντορές «Τα απόκρυφα κείμενα των γνωστικών της Αιγύπτου» σελ. 269
[38] Κλάδος του Ισλάμ, με δεύτερο κλάδο τους Σουνίτες, που δέχονται τον Αλή, τον γαμπρό και ξάδελφο του Μωάμεθ για ηγέτη -Χαλίφη κατά την παράδοση- αντίθετα με τους Σουνίτες που δέχονται τον Αμπού Μπακρ, ως πρώτο διάδοχο του Μωάμεθ.
[39] Ιουδαϊκοί πόλεμοι, βιβλίο. Β΄, VIII, 14
[40] Σπύρος Ράγκος «Γνωστικισμός και Πλάτων» http://n1.intelibility.com/ime/lyceum/?p=lemma&id=350&lang=1
[41] Μιχάλης Μπατής «Η Τριαδικότητα του Θείου κατά τον Πυθαγόρα» https://intownpost.com/
[42] Αριστοτέλους, Περί Ουρανού, 286 α, 10-16 «Θρησκευτική πρακτική στον Αριστοτέλη» www.fourakis.gr
[43] Έγγραφα 10 και 104, «Η Αγία Τριάδα του Παραδείσου» και «Προέλευση της σκέψης για την τριάδα», από το βιβλίο «Ουράντια» του ιδρύματος Ουράντια στο Σικάγο του Ιλινόις. https://www.urantia.org/el/vivlio-tis-oyrantia/eggrafo-104-proeleysi-tis-skepsis-gia-tin-triada
[44] https://hellenictheology.gr/kronos-nous-dias-kosmiki-psychi/
[45] www.agniyogahellas.gr
[46] Μιχάλης Μπατής ««Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου- Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος» (Μέρος Β΄)» www.intownpost.com
[47] Μιχάλης Μπατής «Ελληνιστική εποχή και Χριστιανισμός» www.intownpost.com
[48] Ο Ιησούς απαντώντας σε ερώτηση μαθητού, απαντά ότι η βασιλεία θα έλθει «όταν τα δύο εν και το έξω ως το έσω, και το άρρεν μετά της θηλείας, ούτε άρρεν ούτε θήλυ». (Β΄ Κλήμεντος 12:26)
[49] «Πρὸ μιᾶς οὖν τοῦ θηριομαχεῖν ἡμᾶς, βλέπω ὅραμα τοιοῦτον. Πομπόνιος ὁ διάκονος, φησίν, ἦλθεν πρὸς τὴν θύραν τῆς φυλακῆς καὶ ἔκρουσεν σφόδρα …. καὶ λέγει μοι· Σὲ περιμένω, ἐλθέ. καὶ ἐκράτησεν τὰς χεῖράς μου, καὶ ἐπορεύθημεν διὰ τραχέων καὶ σκολιῶν τόπων· καὶ μόλις παρεγενόμεθα εἰς τὸ ἀμφιθέατρον· καὶ εἰσήγαγέν με εἰς τὸ μέσον καὶ λέγει μοι· Μὴ φοβήθῃς· ἐνθάδε εἰμὶ μετὰ σοῦ, συγκάμνων σοι· καὶ ἀπῆλθεν. καὶ ἰδοὺ βλέπω πλεῖστον ὄχλον ἀποβλέποντα τῇ θεωρίᾳ σφόδρα· κἀγὼ ἥτις εἶδον πρὸς θηρία με καταδικασθεῖσαν ἐθαύμαζον ὅτι οὐκ ἔβαλλόν μοι αὐτά. καὶ ἦλθεν πρός με Αἰγύπτιός τις ἄμορφος τῷ σχήματι μετὰ τῶν ὑπουργούντων αὐτῷ μαχησόμενός μοι. καὶ ἔρχεται πρός με νεανίας τις εὐμορφώτατος τῷ κάλλει ἐξαστράπτων, καὶ ἕτεροι μετ᾿ αὐτοῦ νεανίαι ὡραῖοι, ὑπηρέται τε σπουδασταὶ ἐμοί. καὶ ἐξεδύθην καὶ ἐγενήθην ἄρρην». (Μαρτύριο Περπέτουας 10)
[50] «Ο Νους-Θεός που είναι σερνικο-θήλυκος, ζωή και φως μαζί γέννησε με ένα λόγο, άλλον δημιουργό Νουν, ο οποίος είναι θεός της φωτιάς (πυρός) και του πνεύματος και ο ενιαίος δημιουργός επτά διοικητών που περιέχουν σε κύκλους τον αισθητό κόσμο και η διοίκησή τους καλείται Ειμαρμένη». (Ερμητικός λόγος Α΄ 9, Ποιμάνδρης)
[51] Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης «Η ομοφυλία στον πλατωνικό μύθο» eranistis.net
[52] Μιχάλης Μπατής «Η Τριαδική Υπόσταση του Θείου- Η Αέναη Πάλη Θήλεως και Άρρενος ως Κεντρικό Πρόσωπο της Τριαδικότητας στην Αρχαία Ελλάδα και τον Κόσμο» (Μέρος Α΄) www.intownpost.com
[53] Οι αρχικοί θηρευτές αιρέσεων της χριστιανικής Εκκλησίας (Ειρηναίος, Ιππόλυτος, Επιφάνιος κλπ.) θεωρούσαν τον Γνωστικισμό μια επάρατη χριστιανική αίρεση και έγραψαν δεκάδες τόμους πολεμικής ρητορικής εναντίον του. Οι Έλληνες φιλόσοφοι από την άλλη ήταν διχασμένοι όσον αφορά τον Γνωστικισμό. Για παράδειγμα, ο Πλωτίνος στο βιβλίο του «Προς Γνωστικούς» θα πολεμήσει τις αντιλήψεις τους και γενικά τη θεοσοφία των Γνωστικών, που τη θεωρεί διαστροφή τής πλατωνικής διδασκαλίας. Άλλοι Νεοπλατωνιστές όμως, όπως ο Πορφύριος και ο Ιουλιανός, ευθυγραμμίζονται με τους Γνωστικούς στην πολεμική τους κατά των Χριστιανών και ιδιαίτερα στην απόκρουση της ιδέας ότι ο υπέρτατος Θεός μπορεί να είναι ο ίδιος δημιουργός του υλικού κόσμου. Πηγή: Βικιπαίδεια: Γνωστικισμός
===================
Βιβλική και Πλατωνική Ανθρωπογνωσία, Δυο Διαφορετικοί Δρόμοι Θεωρήσεως
Συγγραφή: Μιχάλης Μπατής (Σεπτέμβριος 29, 2018)
«D’où venons–nous; Que sommes–nous; Où allons-nous;», δηλαδή: «Από πού ερχόμαστε; Τι είμαστε; Πού πάμε;» Τρία θεμελιώδη ερωτήματα με τα οποία τιτλοφόρησε έναν φημισμένο πίνακά του ο Πολ Γκογκέν, κρατώντας έτσι ζωντανές μέχρι σήμερα τις προσωπικές του υπαρξιακές ανησυχίες. Φυσικά, ο Γκογκέν δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε το τελευταίος που τον απασχόλησαν τα εν λόγω ερωτήματα. Απεναντίας, εδώ και χιλιετίες αυτά απασχολούν τη διάνοια κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. Σε αυτά, λοιπόν, τα πανανθρώπινα ερωτήματα η Βίβλος και ο Πλάτων έδωσαν τις δικές τους απαντήσεις, υποδεικνύοντας όμως δύο πολύ διαφορετικούς δρόμους για την προέλευση, την ουσία και τον προορισμό της ανθρώπινης ζωής.
Paul Gauguin
Κατά τη Βίβλο, ο άνθρωπος είναι χωματένιος, γήινος(1), φτιάχτηκε για να φροντίζει τη γη(2) και να ζει σε αυτήν(3), καθώς αυτή είναι το φυσικό σπίτι του(4). Ο δε σωματικός θάνατος είναι εχθρός του ανθρώπου (5), είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας(6) , του αποχωρισμού του από την πηγή της ζωής(7), που είναι ο Θεός, ενώ η λύτρωση του ανθρώπου, η αιώνια ζωή, θα έρθει μέσω της επανασύνδεσής του με τον Θεό διά του αίματος του Χριστού(8), ο οποίος θα κάνει ανάσταση νεκρών(9) και μάλιστα θα χαρίσει αθανασία σε ορισμένους υπό κάποιες προϋποθέσεις(10).
Κατά τον Πλάτωνα, ο πραγματικός άνθρωπος είναι η άυλη ψυχή(11), η οποία εκ φύσεως διαθέτει αθανασία. Αυτή προϋπήρχε σε μια ουράνια κατάσταση, αλλά λόγω κάποιων «οφειλών» εγκλωβίστηκε στο σώμα, το οποίο αποκαλείται «τάφος» (σήμα) και «φυλακή» (δεσμωτήριον) της ψυχής(12). Επομένως, ο θάνατος του σώματος είναι φίλος του ανθρώπου γιατί επιτρέπει στην ψυχή να ελευθερωθεί και να επιστρέψει τελικά στην ουράνια κατάστασή της(13) . Ωστόσο, όσων οι ψυχές εντρύφησαν στις ηδονές του σώματος, αυτές θα υποστούν επιπλέον ενσαρκώσεις (14) και, αν μάλιστα κριθούν αθεράπευτες, θα βασανίζονται αιώνια στον Τάρταρο.
Όταν κανείς αντιλαμβάνεται το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ της βιβλικής και της πλατωνικής ανθρωπολογίας, δεν μπορεί παρά να απορεί για το γεγονός ότι πολλοί στοχαστές, φιλόσοφοι και θεολόγοι έχουν συσχετίσει και συνδυάσει τούτες τις δύο ανθρωπογνωσίες σαν να επρόκειτο για απόψεις συγγενικών έργων.
Επί παραδείγματι, ο Φίλων οΑλεξανδρεύς, Ιουδαίος φιλόσοφος που ήταν σύγχρονος του Χριστού, πίστευε ότι ο Πλάτων αναπαρήγαγε ιδέες τις οποίες είχε πάρει από το βιβλικό βιβλίο της Γένεσης. Κατά την αλληγορική (16) ερμηνεία του Φίλωνος, ο Παράδεισος βρίσκεται στον ουρανό, αλλά η αμαρτία είχε ως αποτέλεσμα τη φυλάκιση της ψυχής στο σάρκινο σώμα. Η πτώση της ψυχής από την ουράνια μακαριότητα μέσα στο σώμα θεωρούσε ότι συμβολίζεται από τους δερμάτινους χιτώνες που έδωσε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να φορέσουν κατά την έξωσή τους από τον Κήπο.
Μολονότι οι μεταγενέστερες Χριστιανικές Γραφές, ή αλλιώς «Καινή Διαθήκη», πουθενά δεν μνημονεύουν τον Φίλωνα, ούτε και χρησιμοποιούν τη φιλοσοφία στην ανάλυση και την παρουσίαση του Ευαγγελίου (ενώ αντιθέτως η Καινή Διαθήκη συνεχίζει τη σκέψη της Παλαιάς ανεπηρέαστα από τις εξελίξεις στον εξελληνισμένο Ιουδαϊσμό), αυτός έγινε εξαιρετικά δημοφιλής στους Χριστιανούς φιλοσόφους του 2ου αιώνα και επηρέασε δραστικά τις απόψεις τους σε βασικά θέματα, ώστε να θεωρείται σήμερα ως ο «πρώτος εκ των Πατέρων της Εκκλησίας». Το αποτέλεσμα ήταν οι Χριστιανοί θαυμαστές του να υιοθετήσουν την άποψη περί της δήθεν συγγένειας Πλάτωνος και Βίβλου, ώστε «όλοι οι Απολογητές και μετά απ’ αυτούς το σύνολο περίπου της χριστιανικής λόγιας παράδοσης δέχεται, ότι οι Έλληνες φιλόσοφοι γνώριζαν τη θρησκεία της Π. Διαθήκης είτε εξ απευθείας ανάγνωσης της Πεντατεύχου είτε μέσω της Αιγύπτου». Μερικοί μάλιστα έφτασαν σε πιο ακραίες αντιλήψεις. Για παράδειγμα, «ο Ιππόλυτος από το δεύτερο αιώνα απέδωκε τις Πλατωνικές ιδέες στο Πνεύμα του Θεού», ενώ ο Ιουστίνος ο Μάρτυς, ο πρώτος Χριστιανός φιλόσοφος , υποστήριζε πως ο σπερματικός Λόγος του Θεού είχε φωτίσει τους Έλληνες φιλοσόφους .
Τα αίτια της σύγχυσης
Για ποιον λόγο αυτοί οι μορφωμένοι απολογητές του Ιουδαϊσμού και του Χριστιανισμού ασπάστηκαν τούτες τις εσφαλμένες θέσεις; Οι Ιουδαίοι και οι Χριστιανοί αντιμετώπιζαν την περιφρόνηση ενός ελληνορωμαϊκού κόσμου που ήταν βουτηγμένος στην ειδωλολατρία και τον ηδονισμό. Από την άλλη μεριά, η ελληνική φιλοσοφία, και ειδικότερα ο Πλατωνισμός, φαινόταν να συμφωνεί με τη Βίβλο ως προς τον μονοθεϊσμό και την έμφαση στις υψηλές πνευματικές αξίες και γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκε ως ισχυρός σύμμαχός τους. Επιπλέον, στο μέρος όπου διαμορφώθηκε ο πυρήνας της παραδοσιακής χριστιανικής θεολογίας, δηλαδή η πολυπολιτισμική Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, ο Γνωστικισμός αποτελούσε ισχυρή επιρροή, εφαρμόζοντας έναν ξέφρενο συγκρητισμό μεταξύ Βίβλου, Πλατωνισμού και ανατολικών θρησκειών, που περιλάμβανε την ιδέα της αθανασίας της ψυχής και της υποτίμησης του σώματος. Και παρά την ανοιχτή αντιπαράθεση των χριστιανών πρεσβυτέρων και απολογητών με τους Γνωστικούς, για πολλούς τα όρια μεταξύ Γνωστικισμού και Χριστιανισμού ήταν ασαφή. Παραδείγματος χάριν, η ψευδοκλημέντεια Β προς Κορινθίους επιστολή, ένα από τα πρώτα έργα όπου γίνεται νύξη στη διπλή σύσταση του ανθρώπου από ψυχή και σώμα, φαίνεται να θεωρεί αυθεντία το γνωστικό Κατ’ Αιγυπτίους Ευαγγέλιο ή Ευαγγέλιο του Θωμά.
Παράλληλα, τα ελληνικά διανοητικά επιτεύγματα γοήτευαν Ιουδαίους και Χριστιανούς σε τέτοιον βαθμό, ώστε να θέλουν να παρουσιάσουν τη βιβλική θρησκεία ως φιλοσοφικό σύστημα. Ως αποτέλεσμα, επιδίωκαν την «ορθολογιστική εξήγηση των Γραφών» και επιδίδονταν στη «συστηματική απόπειρα της εναρμονίσεως της Χριστιανικής Πίστεως με τα ελεύθερα συμπεράσματα της ανθρώπινης διανοήσεως. Όπως σήμερα πολλοί θεολόγοι πασχίζουν να εναρμονίσουν την ευρέως αποδεκτή θεωρία της εξέλιξης με τη βιβλική Δημιουργία, παρόμοια και τότε Ιουδαίοι και Χριστιανοί αναμίγνυαν τη βιβλική ανθρωπολογία με την ελληνική, που ήθελε τη μυστηριώδη δύναμη της ψυχής να κυβερνά το σώμα. Μάλιστα, μέσω της δοξασίας πλατωνικής ψυχής οι Πατέρες της Εκκλησίας μπορούσαν να εξηγήσουν «επιστημονικά» το πώς οι ανεστημένοι διατηρούν την ίδια προσωπικότητα και μνήμη που είχαν πριν τον σωματικό τους θάνατο. (Το δε ιλαροτραγικό τούτης της ιστορίας είναι ότι, ενώ οι αρχαιοελληνικές απόψεις περί ψυχής έχουν διαψευστεί από τη σύγχρονη επιστήμη, καθότι πλέον έδρα της προσωπικότητας θεωρείται τεκμηριωμένα ο υλικός εγκέφαλος και όχι κάποια άυλη ουσία, τα δόγματα που επηρεάστηκαν από εκείνες τις απόψεις συνεχίζουν να διδάσκονται και να είναι αποδεκτά από εκατομμύρια ανθρώπους που έχουν την ψευδαίσθηση ότι, διατηρώντας τα, προσκολλώνται στη Βίβλο.)
Φυσικά, όπως αναφέρεται στο λήμμα «Πλάτων και Πλατωνισμός» της Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα, το αφύσικο πάντρεμα Βίβλου και Πλατωνισμού βασίστηκε στη διαστρέβλωση και των δύο, στην «αντι-ιστορική προσέγγιση και στις απλοϊκές μεθόδους ερμηνείας των κειμένων, τόσο των ειδολολατρικών όσο και των χριστιανικών». Αμέσως μετά, το λήμμα αναφέρεται συγκεκριμένα στη χριστιανική δοξασία της αθανασίας της ψυχής ως καρπό τούτης της διαστρέβλωσης.
Αναμφίβολα, μεγάλο τόπο για αυτή τη διαστρέβλωση έδωσε η διασπορά και ο εξελληνισμός των Ιουδαίων, οι οποίοι είχαν χάσει την επαφή τους με τη γλώσσα των Εβραϊκών Γραφών και είχαν επηρεαστεί από τον πλατωνισμό, αλλά και η σταδιακή απομάκρυνση των Χριστιανών από τις εβραϊκές-παλαιοδιαθηκικές ρίζες του Ευαγγελίου με την ελάττωση του αρχικού εβραϊκού πυρήνα της χριστιανικής εκκλησίας, που φυσικά περιλάμβανε και τους ίδιους τους αποστόλους. Πολλοί, επομένως, αδυνατούσαν να κατανοήσουν σε επαρκή βαθμό τις εβραϊκές σημασίες που έφεραν οι ελληνικές λέξεις τόσο της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα όσο και των Χριστιανικών Γραφών, όπως «ψυχή», «πνεύμα», «σάρκα», τις οποίες και κατανοούσαν με ελληνιστικό τρόπο. Όπως λέει η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαίδεια για τους Πατέρες της Εκκλησίας που διαμόρφωσαν το περί ψυχής δόγμα, «συχνά, φαίνεται ότι διαβάζουν τις Γραφές με ελληνικές διάνοιες, ερμηνεύουν ορισμένες σημιτικές εκφράσεις σύμφωνα με το δικό τους υπόβαθρο».—I.C. Brady, «Human Soul», New Catholic Encyclopedia, Gale Thomson, 2003, τόμ. 13, σελ. 342.
Θα ήταν παράληψή μας, όμως, αν περιοριζόμασταν απλώς στην επίδραση της διανόησης και της φιλοσοφίας. Η ελκυστική και ευφυής θεωρία του Πλατωνισμού ήταν η μία πλευρά του νομίσματος. Η άλλη ήταν η μυστικιστική πρακτική του. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ο πλατωνισμός εξ’ αρχής και επί πολλούς αιώνες τροφοδοτούνταν από τη μυστικιστική ομάδα των Πυθαγορείων. Όταν το λαμβάνουμε αυτό υπόψη, δεν παραξενευόμαστε για το ό,τι η μαιευτική του Σωκράτη, του δασκάλου του Πλάτωνος, αποτελούσε προσπάθεια ανάκλησης των γνώσεων που η ψυχή κατείχε πριν ενσαρκωθεί, ενώ ο ίδιος ο Σωκράτης αναφερόταν στο «δαιμόνιο» που τον ενέπνεε.
Τα θρησκευτικά στοιχεία που εξαρχής έφερε μέσα του ο Πλατωνισμός ισχυροποιήθηκαν στο διάβα των ετών, και έτσι ο Μέσος Πλατωνισμός και ο Νεοπλατωνισμός απέκτησαν έντονο θρησκευτικό και μυστικιστικό χαρακτήρα. Για την υπερφυσική εμπειρία της θεϊκής γνώσης που αποκτά η ψυχή μιλούν οι ύστεροι πλατωνιστές, όπως ο Φίλων, ο Πλούταρχος, ο Πλωτίνος, καθώς και οι Χριστιανοί ασκητές της ερήμου, ο Αυγουστίνος ο Ψευδο-Διονύσιος και άλλοι. Από την άλλη μεριά, ο Τερτυλλιανός, που εξέφραζε απερίφραστα την αποστροφή του για τους Χριστιανούς Πλατωνιστές των ημερών του, βάσιζε τις απόψεις του περί ψυχής στις υπερφυσικές εμπειρίες των Μοντανιστών.
Πλατωνισμός στον χριστιανισμό – κατά το μάλλον ή ήττον
Θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ότι αποκορύφωμα της επιρροής του Πλατωνισμού στους Χριστιανούς θεολόγους ήταν η περίπτωση του Ωριγένη, ο οποίος έφτασε στο σημείο να υποστηρίζει ότι η ψυχή προϋπάρχει του σώματος και φυλακίζεται σε αυτό, ότι η ψυχή εξαγνίζεται μέσω του καθαρτηρίου πυρός και ότι οι ψυχές ορισμένων θα υποστούν μετενσαρκώσεις. Μολονότι αυτές οι απόψεις ήταν παντελώς αντίθετες με τις Γραφές, το κλίμα της σύγχυσης και του δογματικού φιλελευθερισμού εκείνης της εποχής επέτρεψε στον Ωριγένη να απολαμβάνει τη φήμη του μεγαλύτερου θεολόγου και να τιμάται από ηγετικές φυσιογνωμίες της Ορθόδοξης θεολογίας. Όπως λέει ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Σκουτέρης: «Ο Ωριγένης έδωσε νέα ώθηση στη διαμόρφωση και στη διατύπωση της χριστιανικής διδασκαλίας. Αυτό φαίνεται από την επίδραση που είχε το έργο του σε μεταγενέστερους πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Δεν θα ήταν υπερβολή αν σημείωνε κανείς ότι με τον Ωριγένη ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη θεολογία. Ο Ωριγένης, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο εκκλησιαστικό συγγραφέα των πρώτων χριστιανικών χρόνων, άφησε έντονα ίχνη στη θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, τα οποία σε μεγάλο βαθμό αξιοποιήθηκαν από μεταγενέστερους θεολόγους, κυρίως από τον Αθανάσιο και τους Καππαδόκες. Είναι, κατά συνέπεια, πρόδηλο ότι η συμβολή του Ωριγένη στη διαμόρφωση και στην ιστορική εξέλιξη του δόγματος υπήρξε αν όχι καθοριστική, οπωσδήποτε σημαντική».
Ναι, ο Ωριγένης «άσκησε τεράστια επίδραση στη θεολογική σκέψη της Εκκλησίας και εντελώς ξεχωριστά στην ερμηνεία των Αγίων Γραφών», επισημαίνει ο καθηγητής θεολογίας Σάββας Αγουρίδης. Και μολονότι αργότερα αφορίστηκε και οι απόψεις του περί προΰπαρξης των ψυχών και καθαρτηρίου πυρός καταδικάστηκαν επισήμως, αυτό δεν έγινε παρά τριακόσια χρόνια αργότερα, με τις αποφάσεις της Ε΄ Οικουμενικής Συνόδου το 553.
Μήπως η εν λόγω Σύνοδος απάλλαξε τη χριστιανική δογματική από κάθε στοιχείο του Πλατωνισμού; Ελάχιστοι επιστήμονες θα το έλεγαν αυτό. Η πλατωνική επίδραση του Ωριγένη ήταν καταλυτική στην Ανατολή, όπως υπήρξε και του νεοπλατωνίζοντα Αυγουστίνου στη Δύση, και θα ήμασταν αστείοι αν λέγαμε ότι αυτή περιοριζόταν στην προΰπαρξη των ψυχών και στη μετενσάρκωση, θέσεις εξαιρετικά ακραίες και εμφανέστατα αντιβιβλικές.
Όπως θα δούμε σε μελλοντικό άρθρο, πλατωνικές απόψεις που αφορούν στη φύση της ψυχής, όπως περί άυλου και αθανασίας, και στην υποτίμηση του σάρκινου σώματος έγιναν αναπόσπαστο μέρος του παραδοσιακού Χριστιανισμού. Γι’ αυτό και λέει η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαίδεια: «Η χριστιανική αντίληψη περί μιας πνευματικής ψυχής, δημιουργημένης από τον Θεό και εμφυσημένης στο σώμα κατά τη σύλληψη, προκειμένου ο άνθρωπος να γίνει ζωντανή ολότητα, αποτελεί καρπό μιας μακράς εξέλιξης στη χριστιανική φιλοσοφία. Μόνο με τον Ωριγένη στην Ανατολή και τον Άγιο Αυγουστίνο στη Δύση, η ψυχή καθιερώθηκε ως μια πνευματική ουσία και διαμορφώθηκε μια φιλοσοφική αντίληψη σχετικά με τη φύση της».
Επομένως δεν πρέπει να μας προξενεί έκπληξη που ο Μητροπολίτης Περγάμου και ακαδημαϊκός Ιωάννης Ζηζιούλας, αν και τονίζει τη μη ταύτιση πλατωνικής και Ορθόδοξης άποψης, παραδέχεται ότι καθαυτό το δόγμα της αθανασίας της ψυχής «δεν είναι χριστιανικής προελεύσεως» αλλά αποτελεί «πλατωνική ιδέα» που υιοθέτησε η Ορθόδοξη Εκκλησία . Τη συγκεκριμένη άποψη του Ζηζιούλα αποδέχεται και σε δικό του βιβλίο ο Μητροπολίτης Ναυπακτίας και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος Βλάχος (470. Επίσης, η Εγκυκλοπαίδεια της θρησκείας αναφέρει πιο συγκεκριμένα: «Ο Γρηγόριος Νύσσης (περ. 330–περ. 395), ο Νεμέσιος (που ήταν επίσκοπος Εμέσης προς το τέλος του 4ου αιώνα) και ο Έλληνας θεολόγος Μάξιμος ο Ομολογητής (περ. 580-662) ερμήνευσαν τις βιβλικές απόψεις περί ψυχής ακολουθώντας την πλατωνική γραμμή και εν γένει την παράδοση του Ωριγένη και της σχολής του» .
Ένα βιβλίο της Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος γράφει για τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο: «Ο πατήρ, συνδυάζοντας την ιουδαϊκή με την αρχαιοελληνική (πλατωνική) έννοια της ψυχής, κάποιες φορές ερμηνεύει ακόμα και την ιουδαϊκή έννοια της ψυχής πλατωνικά, ως το πνευματικό δηλαδή εκείνο συστατικό του ανθρώπου . Η ψυχή τότε εκλαμβάνεται ως η έδρα της νόησης, των συναισθημάτων και της ολόκαρδης αφοσίωσης». Ήδη, όμως, το 1906 η Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια απέρριπτε την ιδέα ότι στις Εβραϊκές Γραφές διδάσκεται η αθανασία της ψυχής και έλεγε χωρίς περιστροφές: «Η πεποίθηση ότι η ψυχή συνεχίζει την ύπαρξή της μετά τη διάλυση του σώματος πουθενά δεν διδάσκεται ρητά στην Αγία Γραφή. Η πίστη στην αθανασία της ψυχής έφτασε στους Ιουδαίους από την επαφή τους με την ελληνική σκέψη και κυρίως μέσω της φιλοσοφίας του Πλάτωνα, του βασικού εκφραστή της».
Όπως επηρεάστηκαν οι Ιουδαίοι φιλόσοφοι, έτσι επηρεάστηκαν και οι Χριστιανοί φιλόσοφοι. Ένα εγχειρίδιο του πανεπιστημίου της Οξφόρδης αναφέρει: «Τα χριστιανικά δόγματα έχουν δύο πηγές. Η πρώτη είναι ο Ιουδαϊσμός της εποχής του δεύτερου Ναού, ο οποίος παρείχε την ιδέα της ανάστασης του σώματος. (Η Καινή Διαθήκη καταγράφει το ότι οι Φαρισαίοι πίστευαν σε σωματικές αναστάσεις, αλλά ότι οι Σαδδουκαίοι δεν πίστευαν στη μετά θάνατον ζωή. Ο Ιησούς υπερθεμάτισε το πρώτο, το οποίο και εδραιώθηκε ως χριστιανικό δόγμα με τη δική του σωματική ανάσταση.) Η δεύτερη πηγή ήταν η ελληνική φιλοσοφία, που παρείχε την ιδέα της αθανασίας της ψυχής» (Cullman 1973).
Η Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα συμφωνεί: «Οι αρχαίοι Χριστιανοί φιλόσοφοι υιοθέτησαν την ελληνική αντίληψη περί της αθανασίας της ψυχής και θεώρησαν την ψυχή ως δημιούργημα του Θεού που εμφυσείται στο σώμα κατά τη σύλληψη». Το ίδιο κάνει και η Εγκυκλοπαίδεια της Φιλοσοφίας εκδόσεων Ρούτλετζ: «Η χριστιανική θεολογία, πιστεύοντας στη μετά θάνατον ζωή, το βρήκε φυσικό να υιοθετήσει την αντίληψη του Πλάτωνος περί της ψυχής» (530). Η Εγκυκλοπαίδεια Ενκάρτα παρατηρεί: «Το χριστιανικό δόγμα περί ψυχής έχει δεχθεί ισχυρή επιρροή από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη» Ο Γιαρουσλάβ Πέλικαν, ένας από τους πλέον αναγνωρισμένους ειδικούς επί του θέματος, αφού παρουσιάζει τις ομοιότητες του Περί ψυχής και αναστάσεως του Γρηγορίου Νύσσης με τον Φαίδωνα του Πλάτωνος, καταλήγει: «Η ιδέα της αθάνατης και λογικής ψυχής είναι μέρος της ελληνικής κληρονομιάς στο χριστιανικό δόγμα». Και ο ευσεβής Ορθόδοξος φιλόλογος και θεολόγος Δρ. Γεώργιος Φουντουλάκης παραδέχεται σε μια συνοπτική πραγματεία του περί της ψυχής: «Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι και μάλιστα ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης είπαν πολλά για την αθανασία της ψυχής. Και με τις φιλοσοφικές θεωρίες τους επηρέασαν τους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και τους μεταγενέστερους φιλόσοφους και θεολόγους Η φιλοσοφία του Πλάτωνα και του Πλωτίνου επηρέασε πιο πολύ τη Βυζαντινή Φιλοσοφία και Θεολογία, καθώς και όλη τη σκέψη της Ορθοδόξου Εκκλησίας .
Συμπερασματικά η πλειονότητα των ακαδημαϊκών αναγνωρίζει την παραμόρφωση της βιβλικής ανθρωπολογίας από τις ισχυρές πλατωνικές απόψεις. Και ήδη από τον 19ο αιώνα είχαν τεθεί οι επιστημονικές βάσεις για να διαχωριστούν οι γνήσιες βιβλικές από τις πλατωνικές και όποιες άλλες ελληνικές θέσεις, και αυτός ο διαχωρισμός έχει πλέον πολλά τεκμήρια στη διάθεσή του και έχει προχωρήσει σε μεγάλο βάθος.
Βέβαια, ακόμη και πριν από τη συστηματική βοήθεια της επιστήμης των βιβλικών γλωσσών και της θρησκειολογίας, υπήρξαν άνθρωποι που είχαν αντιληφθεί πως ορισμένες παραδοσιακές δοξασίες για την ψυχή και τη μετά θάνατον ζωή δεν μπορούσαν να στηριχθούν πραγματικά στη Βίβλο. Ονομαστά παραδείγματα τέτοιων ανθρώπων είναι ο Τζόν Μίλτον (1608-1674), ο Χένρι Ντοντγουελ (1641-1711) και ο Χένρι Γκρού (1781-1862). Αυτό κυρίως ήταν αποτέλεσμα της συνειδητοποίησης ότι το δόγμα της αθανασίας της ψυχής συγκρούεται μετωπικά με τη σαφή βιβλική διδασκαλία ότι η αιώνια ζωή είναι δώρο Θεού μέσω της θυσίας και της ανάστασης του Χριστού.
Ωστόσο, η συστηματική μελέτη των βιβλικών γλωσσών και της ιστορίας της θρησκείας μάς παρέχει κάποια εργαλεία ώστε να ορίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τη βιβλική ανθρωπολογία, την ελληνική ή, ειδικότερα την πλατωνική, και να εξακριβώσουμε τα σημεία και τον τρόπο με τον οποίο υπήρξε επίδραση από τη μία στην άλλη.
Παραπομπές
Γένεση 2:7.
Γένεση 2:15.
Ησαΐας 45:18.
Ψαλμός 115:16.
1 Κορινθίους 15:26.
Ρωμαίους 6:23.
Ψαλμός 36:9.
Κολοσσαείς 1:21, 22.
1 Κορινθίους 15:21, 22.
Ιωάννης 3:3-6· Ρωμαίους 8:17· 2 Τιμόθεο 2:11· Αποκάλυψη 2:10, 11.
Αλκιβιάδης 130c.
Γοργίας 493a· Κρατύλος 400c.
Φαίδων 64a, 66b, 67a, 68b, 69c.
Φαίδων 81d-e· Ellen Wagner, Essays on Plato’s psychology, Lexington Books, 2001, σελ. 274.
Φαίδων 113e.
Ως αλληγορική ερμηνεία εννοείται εδώ ο συστηματικός αποσυμβολισμός των μύθων με σκοπό την αποκάλυψη και ανάδειξη μεγάλων, απόκρυφων αληθειών. Αυτή η μέθοδος ερμηνείας καθιερώθηκε από τους Έλληνες φιλοσόφους, κυρίως τους στωικούς, σε μια προσπάθεια να συμβαδίσουν οι αρχαίοι μύθοι, π.χ. του Ομήρου και του Ησίοδου, με τα τότε σύγχρονα πορίσματα της διανόησης. (Βλ. J. Tate, “On the History of Allegorism”, The Classical Quarterly, Cambrige University Press, τόμ. 28, τεύχ. 2 (Απρ., 1934), σελ. 105-114) Διαθέτοντας αυτό το απατηλό διανοητικό εργαλείο, ο Φίλων υποστήριξε ότι οι Εβραϊκές Γραφές, δηλαδή η καθ’ ημάς «Παλαιά Διαθήκη», είναι συγγενείς με τον Πλατωνισμό. Ως εκ τούτου, ενώ ήταν βαθύτατα επηρεασμένος από τις ελληνικές φιλοσοφικές απόψεις, διατηρούσε την ψευδαίσθηση πως έμενε πιστός στη Βίβλο.—David Winston, “Philo Judaeus”, The Encyclopedia of Religion (2η έκδ.), Thomson
Η Παναγία των αρχαίων Ελλήνων
Συγγραφή: Θερμού Μαρία (12 Αυγούστου 2012, 05:45)
Πηγή άρθρου: https://www.tovima.gr/2012/08/12/culture/i-panagia-twn-arxaiwn-ellinwn/#images/
https://www.tovima.gr/wp-content/uploads/2005/12/16/12322241_Athena_Varvakeion.jpg
Στρατηγός, προστάτις και παρθένος. Είναι η θεά Αθηνά ή η Παναγία; Προστάτις των γυναικών, των παιδιών και του τοκετού. Είναι η Άρτεμις Παιδοτρόφος και Λοχεία ή μήπως η Παναγία; Συνετή, κόσμια, καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη, που δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε πολλά βάσανα. Είναι η θεά Ίσις ή πρόκειται για την Παναγία, μητέρα του Χριστού;
Στρατηγός, προστάτις και παρθένος. Είναι η θεά Αθηνά ή η Παναγία; Προστάτις των γυναικών, των παιδιών και του τοκετού. Είναι η Άρτεμις Παιδοτρόφος και Λοχεία ή μήπως η Παναγία; Συνετή, κόσμια, καλόβουλη, μειλίχια και πολυεύσπλαχνη, που δοκίμασε αβάσταχτο πόνο και γνώρισε πολλά βάσανα. Είναι η θεά Ίσις ή πρόκειται για την Παναγία, μητέρα του Χριστού;
Εκεί, στο γύρισμα του ελληνικού κόσμου από τον πολυθεϊσμό στον χριστιανισμό, όταν ο δεύτερος άρχισε σιγά-σιγά να επικρατεί στη θρησκευτική συνείδηση και στη λατρευτική πρακτική, η μείξη στοιχείων του ειδωλολατρικού παρελθόντος με τη νέα θρησκεία όχι μόνο δεν θα τη μείωνε, αλλά θα συντελούσε σε μεγάλο βαθμό στην εδραίωσή της. Πρότυπα αιώνων, εξάλλου, ήταν δύσκολο να καταργηθούν. Αντιθέτως, η αφομοίωσή τους από τον χριστιανισμό υπήρξε ο συνδετικός κρίκος που χρειάζονταν οι άνθρωποι για να τον δεχθούν ευκολότερα. Αποτέλεσμα, πολλές από τις αρχαίες θεότητες και τελετουργίες να παραμείνουν στο χριστιανικό εορτολόγιο και να προσαρμοστούν στο τυπικό και στις παραδόσεις της νέας θρησκείας.
Είναι σύμπτωση ότι η μεγάλη γιορτή της Παναγίας τον Δεκαπενταύγουστο συμπίπτει με τα γενέθλια της θεάς Αθηνάς στις 28 του αρχαίου μήνα Εκατομβαιώνα (μέσα Ιουλίου – μέσα Αυγούστου), όταν τελούνταν τα Παναθήναια, η μεγαλύτερη γιορτή της αρχαίας Αθήνας; Ή μήπως είναι τυχαίο ότι ο ναός της παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη μετατράπηκε σε ναό της Παναγίας Παρθένου; Αλλωστε δεν ήταν μόνον ο Παρθενώνας που έγινε χριστιανική εκκλησία, αφού σύμφωνα με το διάταγμα του Ιουστινιανού όλα τα αρχαία ιερά έπρεπε να μετατραπούν σε ναούς προκειμένου να εξαγνιστούν. Σε πολλά δε από αυτά, όπου λατρεύονταν γυναικείες, παγανιστικές θεότητες, χτίστηκαν ναοί αφιερωμένοι στην Παναγία, η οποία πολύ συχνά προσλάμβανε και τις ιδιότητες των αρχαίων θεοτήτων.
Οι ιδιότητες
Οι επαναλαμβανόμενοι εποχικοί κύκλοι του θανάτου και της αναγέννησης και τα λατρευτικά έθιμα που σχετίζονται με τη γη, τη βλάστηση και την καλή σοδειά συνδέθηκαν και με την Παναγία, όπως έχει γράψει ο μεγάλος λαογράφος Γεώργιος Μέγας. Τα Εισόδια της Θεοτόκου συνδέονται με τη σπορά και η Παναγία λαμβάνει τα χαρακτηριστικά της θεάς Δήμητρας αποκτώντας άλλοτε το προσωνύμιο Αποσπορίτισσα και άλλοτε Μεσοσπορίτισσα. Παραμένει μάλιστα και το αρχαίο έθιμο της πανσπερμίας, τα πολυσπόρια, όπως το λέμε σήμερα.
Αειπάρθενος, όπως οι αρχαίες θεές Αθηνά και Αρτεμη, ονομάστηκε η Παναγία από τον 6ο αιώνα. Ταυτόχρονα όμως είναι η προστάτις των εγκύων γυναικών που για να έχουν καλό τοκετό κρατούν ένα φυλαχτό-φυτό, «της Παναγίας το χορτάρι», όπως λέγεται. Αρχαίες μητρικές θεότητες ήταν και άλλες: η Αστάρτη, η Λητώ, η Γαία, η Ισις, με ρίζες που χάνονται στο βάθος της Νεολιθικής εποχής. Αρχέτυπο όλων όμως θεωρείται η Μεγάλη Μητέρα ή Μητέρα Γη ή Μεγάλη Μητέρα Θεά, που κατά τον Γιουνγκ πρόκειται για ένα μητριαρχικό μοντέλο που ενυπάρχει στον άνθρωπο πριν και από την κύηση.
Η Μεγάλη Μητέρα ήταν άλλωστε η κύρια θεότητα στη Μινωική Κρήτη, από κάποια εποχή μάλιστα παράλληλα με τον «νεαρό θεό» (είτε ως «θείο βρέφος» είτε ως σύζυγό της). Σύμφωνα με τον κύκλο της φύσης για τον θάνατο και την αναγέννηση η Μεγάλη Μητέρα παντρεύεται διαρκώς τον νεαρό θεό που γεννιέται και πεθαίνει κάθε χρόνο.
Προστάτις
Στρατηγός των στρατηγών, η Παναγία προστατεύει τους πιστούς της – όπως και η θεά Αθηνά τους Αθηναίους – σε κάθε δύσκολη στιγμή. Το 626, στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από Αβαρους και Πέρσες, οι πιστοί που έχουν συγκεντρωθεί στη Μεγάλη Εκκλησία θα δουν ξαφνικά μπροστά τους την Παναγία να έχει απλώσει προστατευτικά το πέπλο της πάνω από την πόλη (θυμηθείτε τον πέπλο της Αθηνάς στα Παναθήναια). Και η μεγαλύτερη απόδειξη: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια» ψάλλουν οι πολιορκημένοι χριστιανοί στην τελευταία λειτουργία της Αγίας Σοφίας, το 1453.
Ο Ακάθιστος Υμνος ωστόσο μοιάζει κάπως με τις «ισιακές αρεταλογίες», τους ύμνους δηλαδή προς τη θεά Ισιδα, όπως λέει ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Μιχάλης Τιβέριος. Πολλά από τα χαρακτηριστικά της αιγύπτιας θεάς, που είχε εξελληνιστεί, πέρασαν και στην Παναγία. «Οπως η Παναγία, έτσι και η θεά αυτή απέκτησε μύριες προσωνυμίες, ήταν δηλαδή μυριώνυμη, όπως «παντοκράτειρα» και «βασίλισσα του ουρανού, της γης και του κάτω κόσμου»» σημειώνει ο κ. Τιβέριος.
Η βασιλική του Παρθενώνα
Είναι άγνωστο πότε ακριβώς μετατράπηκε ο Παρθενώνας σε χριστιανικό ναό, το βέβαιο όμως είναι ότι επί Ιουστινιανού (482-565) καθαγιάστηκε και ορίστηκε ως η «καθολική εκκλησία των Αθηνών». Η λατρεία της ειδωλολατρικής παρθένου έδωσε έτσι τη θέση της στη χριστιανή Παρθένο και ο ναός πήρε το όνομα Παναγία Αθηνιώτισσα. Για τον σκοπό αυτόν μάλιστα και προκειμένου να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της νέας λατρείας ο Παρθενώνας υπέστη πολλές επεμβάσεις και μετατράπηκε σε τρίκλιτη βασιλική.
Το κύρος του ναού ήταν μεγάλο, αφού ακόμη και ο Βασίλειος Β‘Βουλγαροκτόνος γιόρτασε τη νίκη του κατά των Βουλγάρων στην Παναγία Αθηνιώτισσα. Επρόκειτο άλλωστε για περίλαμπρο ναό, με τη χρυσή εικόνα της Παναγίας και θαυμάσια ψηφιδωτά. Μόνο 188 ψηφίδες διασώθηκαν από αυτά και μεταφέρθηκαν το 1848 στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ σήμερα διακρίνονται ελάχιστα ίχνη των αρχικών παραστάσεων. Εκείνο όμως που διασώζεται είναι τα εκατοντάδες χαράγματα με ονόματα στρατηγών, επισκόπων κ.λπ., αλλά και απλές αναγραφές ονομάτων, θανάτων, τίτλοι και επαγγέλματα, προσευχές και συμβολικές παραστάσεις που αναγράφηκαν μέσα στους αιώνες στους κίονες του ναού. Κατά την Αλωση των Αθηνών από τους Λατίνους όμως η εκκλησία συλήθηκε και μετατράπηκε σε καθολική με την ονομασία «Σάντα Μαρία ντι Ατένε», ενώ αργότερα έγινε τζαμί.
Στην υποτιθέμενη ομοιότητα της παράστασης μιας μαρμάρινης μετόπης του Παρθενώνα με τη σκηνή του Ευαγγελισμού οφείλεται εξάλλου η διάσωσή της κατά τον Μεσαίωνα από φανατικούς της νέας θρησκείας που κατέστρεψαν τον αρχαίο διάκοσμο του ναού. Η μετόπη βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Ακρόπολης.
Ο Αβραάμ πατέρας της πίστεως
Συγγραφή: Κεπενές Δημ. Ευάγγελος (24/01/2018)
Η επαγγελία λοιπόν του ενός Θεού στον Αβραάμ ότι θέλει γίνει πατήρ πλήθους εθνών, μιλούσε για ζωοποίηση των πνευματικά νεκρών εβραίων και εθνικών.
«Παύλος, δούλος Θεού, απόστολος δε Ιησού Χριστού κατά την πίστιν των εκλεκτών του Θεού και την επίγνωσιν της αληθείας της κατ' ευσέβειαν, επ΄ ελπίδι ζωής αιωνίου την οποίαν υπεσχέθη ο αψευδής Θεός προ χρόνων αιωνίων, εφανέρωσε δε εν καιροίς ωρισμένοις τον λόγον αυτού δια του κηρύγματος ….». [Τίτ. 1:2-3]
«Διά να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ διά Ιησού Χριστού, ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του Πνεύματος διά της πίστεως». [Γαλ. 3:14]
Η ίδια επαγγελία ακυρώνει κάθε εθνικιστική και βιολογική ερμηνεία του φαρισαϊκού ιουδαϊσμού για αναβίωση και επικράτηση σε παγκόσμια κλίμακα της επίγειας βασιλείας του Ισραήλ. Ήταν υπόσχεση του Θεού, που ξεπερνούσε τα στενά όρια του σαρκικού γενεαλογικά εβραϊκού έθνους και αγκάλιαζε όλα τα τέκνα της πίστεως ανεξαρτήτως επίγειας εθνικότητος. Κάθε βιολογική ή εθνικοθρησκευτική αντίληψη της υπόσχεσης στερείται αληθείας. Δεν είπε ο Θεός στον Αβραάμ ότι θα είναι ο βιολογικός πατέρας όλων των εθνών, αλλά τον έκανε πατέρα της πίστεως των τέκνων της επαγγελίας τα οποία είναι απάτορα, αμήτορα, αγενεαλόγητα σε σχέση με την κοσμική κτίση, διότι οι οικείοι, τα ζωντανά τέκνα του Θεού, είναι ένα πνευματικό ζωντανό έθνος, άγιο, «λαός που απέκτησε ο Θεός για να εξαγγείλει τις αρετές του». [Ι Πέτρ. 2:9, Πράξ. 17:26]
«Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού· οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν». [Ιωάν. 1:12-13]
Η διδαχή των αποστόλων
«Εξεύρετε λοιπόν ότι οι όντες εκ πίστεως, ούτοι είναι υιοί του Αβραάμ». (Γαλ. 3:7)
«Ο Αβραάμ επίστευσεν εις τον Θεόν και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην ……….. Πως λοιπόν ελογίσθη; ότε ήτο εν περιτομή ή εν ακροβυστία; Ουχί εν περιτομή αλλ' εν ακροβυστία και έλαβε το σημείον της περιτομής, σφραγίδα της δικαιοσύνης της εκ πίστεως της εν τη ακροβυστία, διά να ήναι αυτός πατήρ πάντων των πιστευόντων ενώ υπάρχουσιν εν τη ακροβυστία, διά να λογισθή και εις αυτούς η δικαιοσύνη, και πατήρ της περιτομής, ουχί μόνον εις τους περιτετμημένους, αλλά και εις τους περιπατούντας εις τα ίχνη της πίστεως του πατρός ημών Αβραάμ της εν τη ακροβυστία». [4:3-11]
«Καθώς είναι γεγραμμένον, ότι πατέρα πολλών εθνών σε κατέστησα, ενώπιον του Θεού εις τον οποίον επίστευσε, του ζωοποιούντος τους νεκρούς και καλούντος τα μη όντα ως όντα». [Ρωμ. 4:17]
Η επαγγελία λοιπόν του ενός Θεού στον Αβραάμ ότι θέλει γίνει πατήρ πλήθους εθνών, μιλούσε για ζωοποίηση των πνευματικά νεκρών εβραίων και εθνικών.
«Παύλος, δούλος Θεού, απόστολος δε Ιησού Χριστού κατά την πίστιν των εκλεκτών του Θεού και την επίγνωσιν της αληθείας της κατ' ευσέβειαν, επ΄ ελπίδι ζωής αιωνίου την οποίαν υπεσχέθη ο αψευδής Θεός προ χρόνων αιωνίων, εφανέρωσε δε εν καιροίς ωρισμένοις τον λόγον αυτού δια του κηρύγματος ….». [Τίτ. 1:2-3]
«Διά να έλθη εις τα έθνη η ευλογία του Αβραάμ διά Ιησού Χριστού, ώστε να λάβωμεν την επαγγελίαν του Πνεύματος διά της πίστεως». [Γαλ. 3:14]
Η ίδια επαγγελία ακυρώνει κάθε εθνικιστική και βιολογική ερμηνεία του φαρισαϊκού ιουδαϊσμού για αναβίωση και επικράτηση σε παγκόσμια κλίμακα της επίγειας βασιλείας του Ισραήλ. Ήταν υπόσχεση του Θεού, που ξεπερνούσε τα στενά όρια του σαρκικού γενεαλογικά εβραϊκού έθνους και αγκάλιαζε όλα τα τέκνα της πίστεως ανεξαρτήτως επίγειας εθνικότητος. Κάθε βιολογική ή εθνικοθρησκευτική αντίληψη της υπόσχεσης στερείται αληθείας. Δεν είπε ο Θεός στον Αβραάμ ότι θα είναι ο βιολογικός πατέρας όλων των εθνών, αλλά τον έκανε πατέρα της πίστεως των τέκνων της επαγγελίας τα οποία είναι απάτορα, αμήτορα, αγενεαλόγητα σε σχέση με την κοσμική κτίση, διότι οι οικείοι, τα ζωντανά τέκνα του Θεού, είναι ένα πνευματικό ζωντανό έθνος, άγιο, «λαός που απέκτησε ο Θεός για να εξαγγείλει τις αρετές του». [Ι Πέτρ. 2:9, Πράξ. 17:26]
«Όσοι δε εδέχθησαν αυτόν, εις αυτούς έδωκεν εξουσίαν να γείνωσι τέκνα Θεού, εις τους πιστεύοντας εις το όνομα αυτού· οίτινες ουχί εξ αιμάτων ουδέ εκ θελήματος σαρκός ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν». [Ιωάν. 1:12-13]
«Αλλά δεν είναι δυνατόν ότι εξέπεσεν ο λόγος του Θεού. Διότι πάντες οι εκ του Ισραήλ δεν είναι ούτοι Ισραήλ, ουδέ διότι είναι σπέρμα του Αβραάμ, διά τούτο είναι πάντες τέκνα, αλλ' Εν τω Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα. Τουτέστι, τα τέκνα της σαρκός ταύτα δεν είναι τέκνα Θεού, αλλά τα τέκνα της επαγγελίας λογίζονται διά σπέρμα». (Ρωμ. 9:6-8)
Και προς το σπέρμα σου όστις είναι ο Χριστός [η Ζωή]
Ούτε όταν του είπε «και προς το σπέρμα σου» εννοούσε το φθαρτό βιολογικό σπέρμα, διότι ο βιολογικός άνθρωπος σπέρνεται, γεννιέται με φθορά, με ατιμία και με ασθένεια, αλλά καθιερώνοντάς τον Αβραάμ πατέρα της πίστεως, του είπε για τον επουράνιο άνθρωπο Ιησού Χριστό που ως πνεύμα ζωοποιούν εγείρει μέσα στο ψυχικό, φθαρτό και θνητό σώμα των χοϊκών ανθρώπων, τον εσωτερικό πνευματικό άνθρωπο, δια της στον Ιησού πίστεως και αποδοχής.
«Εάν υπάρχει σώμα ψυχικό υπάρχει και πνευματικό [σώμα]». [Ι Κορ. 15:42-44]
«Διά τούτο δεν αποκάμνομεν, αλλ' εάν και ο εξωτερικός ημών άνθρωπος φθείρηται, ο εσωτερικός όμως [άνθρωπος] ανανεούται καθ' εκάστην ημέραν». [ΙΙ Κορ. 4:16]
Η υπόσχεση λοιπόν μιλούσε για μία πνευματική ζωντανή κτίση. Μιλούσε για ένα πνευματικό σώμα, ένα νέο άνθρωπο που θα γεννιόταν από άφθαρτο πνευματικό σπόρο, τον λόγο του Θεού και που είναι ο επουράνιος και όχι ένας χοϊκός Ιησούς Χριστός.
«Επειδή ανεγεννήθητε ουχί εκ φθαρτού σπέρματος, αλλά αφθάρτου, διά του λόγου του Θεού του ζώντος και μένοντος εις τον αιώνα». [Ι Πέτρου προς Εβραίους 1:23]
«Όθεν εάν τις ήναι εν Χριστώ είναι νέον κτίσμα· τα αρχαία παρήλθον, ιδού, τα πάντα έγειναν νέα». (ΙΙ Κορ. 5:17)
Η σάρκα/το σώμα του Ιησού Χριστού
Σάρκα = σαρξ//σώμα//κορμί//ο άνθρωπος [Λεξ. Σταματάκου]
«Και ο λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας». [Ιωάν. 1:14]
Ο Ιησούς είναι η ζωή και η ανάσταση, ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός είχε δόξα ως μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας, δεν ήταν με «ατιμία» όπως ο πνευματικά νεκρός βιολογικός άνθρωπος, αλλά ήταν «ο λόγος της ζωής που έγινε άνθρωπος» η ίδια η ζωή η αιώνιος, η ζωή του αιώνιου Πατέρα, ο εαυτός του Θεού και όχι ένας έτερος θεός. [Ι Ιωάν. 1:1-3]
Σύγκρινε: «Και ο λόγος έγεινε σαρξ», «ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί», «και η ζωή εφανερώθη». [Ιωάν. 1:14, Ι Τιμ. 3:16, Ι Ιωάν. 1:2]
«Και η ζωή εφανερώθη, και εωράκαμεν και μαρτυρούμεν και απαγγέλλομεν υμίν την ζωήν την αιώνιον, ήτις ην προς τον Πατέρα και εφανερώθη ημίν». [Ι Ιωάν. 1:2]
«Διότι καθώς ο Πατήρ έχει ζωήν εν εαυτώ, ούτως έδωκε και εις τον Υιόν να έχη ζωήν εν εαυτώ». [Ιωάν. 5:26]
Το σώμα του Ιησού είναι το κατοικητήριο, ο οίκος, του πληρώματος του Θεού του αοράτου, ο ναός του ενός Θεού, ο οποίος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς. Οι ζωοποιημένοι δια του Ιησού, τα πνευματικά τέκνα της επαγγελίας, είναι και αυτοί μέσα στον Χριστό, «εν Χριστώ», μέσα στον αληθινό αχειροποίητο ναό και είναι οι αληθινοί ζωντανοί προσκυνητές «εν πνεύματι και αληθεία» του Πατέρα Θεού του «εν Χριστώ» κατοικούντος. [Κολ. 2:9]
«Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι' εμού». [Ιωάν. 14:6, 2:20-21]
Ο Ιησούς δεν σπάρθηκε όπως σπέρνεται ο βιολογικός άνθρωπος, αλλά είναι η εκπλήρωση της υπόσχεσης εις τον Αβραάμ, ο ζωντανός λόγος του Θεού, ο επουράνιος άνθρωπος, που δίνει ζωή στους νεκρούς πνευματικά ανθρώπους.
«Διότι ο άρτος του Θεού είναι ο καταβαίνων εκ του ουρανού και δίδων ζωήν εις τον κόσμον». [Ιωάν. 6:51, 33]
Ο Ιησούς ήταν «ο άρτος της ζωής ο καταβάς εκ του ουρανού», όπως ήταν και το μάννα εκ του ουρανού, και είναι αυτός «ο σπόρος ο άφθαρτος», που δίνει ζωή και γεννά τον πνευματικό άνθρωπο.
Πνεύμα ζωοποιούν
Το «άγιο» που γεννήθηκε μέσα στην μήτρα της Μαριάμ ήταν εκ Πνεύματος Αγίου, για αυτό και ο Ιησούς Χριστός είναι «Πνεύμα ζωοποιούν». [Ι Κορ. 15:45]
«Και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή: Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι, διό και το γεννώμενον άγιον [όχι εκ σου] κληθήσεται υιός Θεού». [Λουκ. 1:35 WH]
«Ενώ δε αυτός διελογίσθη ταύτα, ιδού, άγγελος Κυρίου εφάνη κατ' όναρ εις αυτόν, λέγων· Ιωσήφ, υιέ του Δαβίδ, μη φοβηθής να παραλάβης Μαριάμ την γυναίκα σου· διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ Πνεύματος Αγίου». [Ματθ. 1:20]
Ο Ιησούς αναφερόταν συνέχεια στον Πατέρα του «το Πνεύμα», τους υπενθύμιζε την ουράνια καταγωγή του και ουδέποτε ο ίδιος αποκάλεσε την χοϊκή Μαριάμ μητέρα. Η ανθρωπότητα λοιπόν του Ιησού Χριστού συσχετίζεται με τον νέο, τον πνευματικό «εν Χριστώ» άνθρωπο, του οποίου ο Ιησούς είναι ο Πατέρας («ο δίδων ζωήν») και όχι με τον φθαρτό χοϊκό άνθρωπο. Οι ομοιότητες του Ιησού με τον χοϊκό άνθρωπο ήταν δύο:
α) Ως προς το σχήμα, «.....εαυτόν εκένωσεν μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και